«ΑΓΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ»
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2015
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΧ. ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ
Ο Δημήτριος Αχ. Ηρακλείδης ήταν γόνος μιας μεγάλης και παλιάς πλούσιας αγιώτικης οικογένειας εμπόρων και πολιτικών τοπικής εμβέλειας. Μας είναι γνωστή ήδη από τα πρώτα χρόνια του 19ου αι. από το αγιώτικο αρχείο της Ε.Β.Ε. Ο θείος του Δημήτριος Νικολάου Ηρακλείδης, κάτοχος μεγάλης κτηματικής περιουσίας, ήταν ο πρώτος (διορισμένος όμως), δήμαρχος του Δήμου Δωτίου (Φθινόπωρο του 1881 – Άνοιξη του 1883). Ο πατέρας του, Αχιλλέας Γ. Ηρακλείδης, υπήρξε σωματάρχης στην τελευταία θεσσαλική εξέγερση του 1877-1878, Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του τότε Δήμου Δωτίου και Πρόεδρος της Κοινότητας της Αγιάς, μετά τη διάλυση των Δήμων με το Νόμο ΔΝΖ του 1912, μέχρι σχεδόν τον θάνατό του το 1919.
Ο Δημήτριος Αχ. Ηρακλείδης γεννήθηκε το 1880 στην Αγιά, στην οποία παρακολούθησε τα μαθήματα του Δημοτικού και του Ελληνικού Σχολείου (Σχολαρχείου). Κατόπιν παρακολούθησε και τελείωσε τις Γυμνασιακές Σπουδές του στη Θεσσαλονίκη. Μετά την εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεών του διορίσθηκε υπάλληλος του Υπουργείου των Οικονομικών, το οποίο υπηρέτησε είτε σε περιφερειακές Υπηρεσίες, είτε στην Αθήνα ως Δ/ντής σφραγιστού χάρτου. Το 1916 υπηρετούσε στη Θεσσαλονίκη, όταν εγκαταστάθηκε εκεί η επαναστατική Κυβέρνηση της τριανδρίας Βενιζέλου-Κουντουριώτη-Δαγκλή. Διατηρήθηκε στη θέση του Ταμία Πληρωμών και το 1917 ορίστηκε εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών της Κυβερνήσεως της Θεσσαλονίκης στη Θεσσαλία.
Το 1923 εκλέχθηκε βουλευτής με τη βενιζελική παράταξη και ακολουθούσε την Ομάδα των Ριζοσπαστών αγροτιστών του Αλεξ. Παπαναστασίου, στην οποία εξελίχτηκε σε σημαίνον στέλεχος. Στις 25 Μαρτίου 1924 σε συνεδρίαση της Βουλής πρότεινε τη στέρηση της ελληνικής ιθαγένειας από τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, πρόταση που έγινε δεκτή και σηματοδότησε την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Το 1932 συμμετείχε στη βραχύβια Κυβέρνηση του Αλεξ. Παπαναστασίου ως υφυπουργός Προεδρίας. Στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας εκτοπίστηκε για 2 έτη στην Αλόννησο και μετά τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό στην Αγιά.
Τελευταία του πολιτική δραστηριότητα ήταν στα πλαίσια της ΕΠΕΚ του Στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα, στην οποία κατέλαβε το αξίωμα του Προέδρου της Εκτελεστικής Επιτροπής.
Απογοητευμένος από την ήττα του κόμματος από το Συναγερμό του Αλεξ. Παπάγου και τη διάλυση, σχεδόν, της ΕΠΕΚ, πέθανε, το 1956 αφήνοντας την περιουσία του για την ίδρυση Γηροκομείου στην Αγιά. Σήμερα η προτομή του έχει στηθεί εμπρός από το πατρικό του σπίτι στην Αγιά.
ΜΕΘΟΔΙΟΣ ΟΛΥΜΠΙΩΤΗΣ
Μεθόδιος Ολυμπιώτης (18ος αι.). Αγιώτης στην καταγωγή, εμόνασε στη Μονή του Αγίου Διονυσίου στον Όλυμπο, γι’ αυτό και Ολυμπιώτης. Εφημέριος των Ορθοδόξων στην Μπρατισλάβα της Σλοβακίας και στη Λειψία, επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής Κατηχήσεων του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, συνέγραψε το 1766 ο μοναδικό του πόνημα «Μικρά Ερμηνεία του Πιστεύω».
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΔΑΛΛΑΣ
Μιλτιάδης Ιω. Δάλλας (Αγιά 1860 – Αθήνα 1951). Αγιώτης νομικός, πολιτικός και συγγραφέας. Σπούδασε στη μεγάλη του Γένους Σχολή (Κωνσταντινούπολη 1876-1879) και τελείωσε το Βαρβάκειο στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1892 εκλέχθηκε βουλευτής Αγιάς, όπως και το 1895. νομάρχης Τρικάλων 1901-1902, Άρτας 1902, Ζακύνθου 1902). Συμβολαιογράφος στην Αθήνα 1905-1910, επανεκλέχτηκε δύο φορές στις εκλογές του 1910 (Α-Β αναθεωρητική Βουλή, αλλά η εκλογή του ακυρώθηκε λόγω ασυμβίβαστου Συμβολαιογράφου και Βουλευτή). Απέτυχε στις επόμενες εκλογές 1911, καθώς και στην υποψηφιότητά του ως Γερουσιαστής το 1927. εμπνευστής, Ιδρυτικό μέλος και Πρόεδρος της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας των Θεσσαλών (ΙΛΕΘ), συγκρότησε κοινοτικό, οικογενειακό και πολιτικό Αρχείο, το οποίο διασώζεται διασπαρμένο σε τμήματα (Τμ. Χειρογράφων της Εθν. Βιβλιοθήκης, ΙΛΕΘ και ΓΑΚ – Τοπικό Αρχείο Αγιάς).
Συγγραφέας της μελέτης «Η Αγιά διά μέσου των αιώνων» (1937) και άρθρων στο περιοδικό Θεσσαλικά Χρονικά, Λεύκωμα το 1935 και πληθώρα άρθρων σε θεσσαλικές και αθηναϊκές εφημερίδες για πολιτικά, κοινωνικά – ιδίως για το Αγροτικό – ζητήματα. Ανέκδοτο παραμένει το έργο του για τα Εθνικά Ιδεώδη. Πέθανε στην Αθήνα τον Νοέμβριο του έτους 1951 σε ηλικία 92 ετών.
ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ
Αχιλλέας Γ. Ηρακλείδης (Αγιά 1850; – 1919). Γόνος της οικονομικά ανθηρής οικογένειας Ηρακλείδη. Υπήρξε σωματάρχης κατά την τελευταία θεσσαλική εξέγερση του 1878 και συνέπραξε με το σώμα του Λεωνίδα Βούλγαρη, από τον οποίο επαινέθηκε για τη σωφροσύνη και τη γενναιότητά του. Χρημάτισε Δήμαρχος και Δημαρχεύων στο Δήμο Δωτίου, Πρόεδρος της Κοινότητας Αγιάς επί σειρά ετών και στέλεχος του Βενιζελικού κόμματος στην Αγιά. είναι ο πατέρας του μετέπειτα πολιτικού Δημ. Αχ. Ηρακλείδη.
ΙΕΡΟΘΕΟΣ (ΚΑΚΑΛΛΗΣ-ΒΑΤΑΛΚΟΣ)
Ιερόθεος (Κακάλλης-Βατάλκος), επίσκοπος Γαρδικίου και Θαυμακού και τοποτηρητής του Μητροπολιτικού Θρόνου της Λάρισας, πρώην ηγούμενος της Μονής Εισοδίων της Θεοτόκου στο Μεταξοχώρι της Αγιάς. Ευεργέτησε το χωριό του, Ρέτσιανη/Μεταξοχώρι με Παρθεναγωγείο, το οποίο σήμερα λειτουργεί ως Πνευματικό κέντρο του χωριού. Πέθανε τον Απρίλιο του 1881.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΗΠΟΥΡΟΣ
Παναγιώτης Κηπουρός (+1901). Αγιώτης της διασποράς. Εγκαταστημένος στη Godaba και στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από το 1850, ασχολήθηκε με το εμπόριο βαμβακιού και με συμφέρουσες επενδύσεις αποκομίζοντας τεράστια κέρδη. Ευεργέτης της Αγιάς. Με χρήματά του κατασκευάστηκε το πρώτο σύγχρονο υδρευτικό δίκτυο της πόλης.
ΗΛΙΑΣ ΠΑΝ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Ο Ηλίας Παν. Γεωργίου γεννήθηκε στην Έλαφο (Βουλγαρινή) της Αγιάς το έτος 1915. Μετά τις βασικές του σπουδές σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αναγορεύτηκε διδάκτωρ του ίδιου Πανεπιστημίου το 1951 (με τη διατριβή του: Ιστορία και Συνεταιρισμός των Αμπελακίων).
Μετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλία όπου επίσης αναγορεύτηκε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου των Παρισίων το 1956 (με τη διατριβή: L’ education en Grecee peudant son insurrection et l’ enseignement Mutuel). Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση και έφθασε μέχρι το βαθμό του βοηθού γυμνασιάρχη.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, της υπηρεσίας του και ως συνταξιούχος συνέγραψε πλήθος μελετών μεταξύ των οποίων σημειώνονται οι θεσσαλικού ενδιαφέροντος.
Πέθανε στις 9-5-1992, Σάββατο 11 μ.μ. στην κλινική του Βόλου «Ελπίς» και κηδεύτηκε στο Καλαμάκι της Αγιάς την ίδια ημέρα το απόγευμα.
- Κινέας ο Θεσσαλός, ο πιστός σύμβουλος του Πύρρου. Αθήναι 1948.
- Ο εξ Αμπελακίων εθνικός ευεργέτης Αδαμάντιος Θ. Μάνιαρης, Αθήναι 1949.
- Νεώτερα στοιχεία της ιστορίας και της συντροφίας των Αμπελακίων εξ ανεκδότου Αρχείου. Αθήναι 1950.
- Η συμβολή του Ευθυμίου Δ. Ευθυμιάδου εις την ίδρυσιν της εν Αμπελακίοις Μανιαρείου Σχολής. Αθήναι 1950.
- Ιστορία και Συνεταιρισμός των Αμπελακίων. Εναίσιμος επί διδακτορία διατριβή. Αθήναι 1951.
- Τοπωνυμολογικαί έρευναι. Θεσσαλικά και Ηπειρωτικά τοπωνύμια. Αθήναι 1951.
- Θ. Πισκατόρι περί Ιωάννου Κωλέττου. Εκ του Αρχείου Πισκατόρι και των Διπλωματικών Αρχείων του Υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας. Αθήναι 1952.
- Φ. Ζουρνταίν και Σαίντ Κρουά Μολάϋ εν τη κατά το 1823 συνθήκη των Ιωαννιτών Ιπποτών μετά της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Αθήναι 1952.
- Ανακρίβειαι διδασκόμεναι εν τη νεοελληνική Ιστορία. Αθήναι 1961.
- Η περί των Αγιωτών άδικος κρίσις του Γρηγορίου Κωνσταντά. Αθήναι 1966.
- Γαλλικόν σχέδιον αποσβέσεως της Θεσσαλικής επαναστάσεως του 1854. Αθήναι 1966.
- Αβλεπτήματα και παραλείψεις διδασκομένης αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας. Αθήναι 1969.
- Επισιτισμός Γαλλίας υπό Ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας. Αθήναι 1969.
- Η πολιτική της Γαλλίας κατά τας εν Θεσσαλία, Ηπείρω, Μακεδονία και Κρήτη επαναστάσεις του 1877-1878. Αθήναι 1969.
- Τρεις εκθέσεις του Γάλλου προξενικού πράκτορος (1828) Ζυσερέ ντε Σαίν Ντενίς. Αθήναι 1969.
- Η Γαλλική πολιτική κατά τας Ελληνικάς εξεγέρσεις 1770 και 1790. Αθήναι 1970.
- Ο θαλασσομάχος Λάμπρος Κατσώνης. Αθήναι 1971.
- Το Θαλάσσιον Δικαστήριον εν Ελλάδι κατά τον αγώνα της ανεξαρτησίας 1825-1829. Αθήναι 1971. Γαλλιστί.
- Η Θεσσαλική Επανάστασις 1840-1841 και η Γαλλικη πολιτική. Αθήναι 1971.
- Γαλλική πολιτική. Αστυνομικά τινά σκάνδαλα και Επανάστασις Κρήτης (1866-1869). Αθήναι 1972.
- Ίδρυση Πετρουπόλεως και πολιτιστικές εκδηλώσεις Γυμνασίου Πετρουπόλεως 1971-1975. Πετρούπολις Αττικής 1976.
- Η βουλή για τους αγρότες της Θεσσαλίας και η δολοφονία του Μαρίνου Αντύπα πρωτομάρτυρα της αγροτικής ιδέας, Αθήναι 1982.
- Ο λόγιος – ιστοριοδίφης Θ. Χατζημιχάλης Αγιά 1981 (κείμενο διάλεξης σελ. 4).
Δημοσίευε επίσης πάντα για τη Θεσσαλία, άρθρα και σημειώματα σε εφημερίδες και περιοδικά.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΡΔΑΡΑΣ
Ο Δημήτριος (Τάκης) Καρδάρας, γιος του Ιωάννη (Γιαννακού) και της Βασιλικής Καρδάρα, γεννήθηκε στην Αγιά στις 16 Δεκεμβρίου του 1915. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στο Δημοτικό Σχολείο της Αγιάς. Το 1925 φοίτησε στο Σχολαρχείο της Αγιάς, συνέχισε την εγκύκλια μόρφωσή του και κατόπιν φοίτησε στην Ιδιωτική Θεσσαλική Σχολή του Βόλου (Ιδιωτικό Γυμνάσιο) στην πρώτη τάξη και μετά τη Β΄ τάξη φοίτησε στο Γυμνάσιο της Λάρισας.
Στα 1932, μετά από προτροπή του γιατρού Δημ. Σαμσαρέλου, έδωσε εξετάσεις και επέτυχε στο Οδοντιατρικό Σχολείο των Αθηνών, στο οποίο φοίτησε για μια πενταετία και ακολούθησε η διετής πρακτική του εξάσκηση. Το πτυχίο του το έλαβε ενώ υπηρετούσε ως έφεδρος αξιωματικός του Πυροβολικού το έτος 1939. Έλαβε μέρος στον πόλεμο του 1940 στα Αλβανικά βουνά, κατά τη διάρκεια του οποίου τιμήθηκε με εύφημη μνεία για την ευσυνειδησία με την οποία άσκησε όσες αποστολές του ανέθεσαν. Στην συνέχεια έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, όπου εκπλήρωσε το χρέος του προς τον τόπο του και πλήρωσε την προσφορά του με τη φιλοξενία στη Μακρόνησο.
Επιστρέφοντας στην Αγιά επιδόθηκε στην άσκηση του επαγγέλματός του με επιτυχία, αλλά δεν παρέμεινε αδρανής. Στην Αγιά υπήρχε από το 1934 ένα φυσιολατρικό Σωματείο με εκδρομική και επιμορφωτική δραστηριότητα, ο Όμιλος Εκδρομέων Αγιάς, ο οποίος σχεδόν είχε αδρανήσει.
Με πρωτοβουλία του Τάκη Καρδάρα ξαναπήρε πνοή, άρχισε τη δραστηριότητά του και πραγματοποίησε εκδρομές και επιμορφωτικές διαλέξεις, προσφέροντας διέξοδο σε πολύ κόσμο στα δύσκολα εκείνα χρόνια.
Το επόμενο βήμα ήταν η ανάμειξη στα Κοινά του τόπου του. Το φθινόπωρο του 1954 κατήλθε στις εκλογές επικεφαλής δικού του συνδυασμού και εκλέχθηκε Πρόεδρος της Κοινότητας της Αγιάς αναλαμβάνοντας το έργο του την 1-1-1955. Για τον Τάκη Καρδάρα άρχισε μια νέα περίοδος στη ζωή του. Επιδόθηκε με ζήλο στον εξωραϊσμό και στην κατασκευή ζωτικών έργων για την Αγιά. Το έργο του, στο οποίο θα αναφερθώ στη συνέχεια του εξασφάλισε την επιτυχία στις επόμενες εκλογές του φθινοπώρου του 1958 και υπηρέτησε την Κοινότητα για άλλα δύο χρόνια μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 1960.
Ακολούθησε η κάθοδός του στην πολιτική. Εντάχθηκε στην Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου και εκλέχθηκε βουλευτής Λαρίσης το 1963, το 1964, το 1974 και το 1977 με την ΕΔΗΚ, μετά τις περιπέτειες της οποίας βρέθηκε να είναι ένας από τους λίγους βουλευτές του νέου κόμματος ΚΟΔΗΣΟ.
Στην πολιτική έδειξε ενδιαφέρον για την Αγιά, για την προώθηση προσωπικών και γενικών ζητημάτων είτε αφορούσαν σε έργα είτε αφορούσαν στη διάθεση της παραγωγής. Δεν παρέλειπε, σε προεκλογικές και μη περιόδους, να φέρνει στην Αγιά αξιόλογους πολιτικούς παράγοντες, όπως τον ίδιο τον Γεώργιο Παπανδρέου, τον Γεώργιο Μαύρο, τον Γιάγκο Πεσμαζόγλου και τον Αθανάσιο Κανελλόπουλο.
Προς το τέλος της πολιτικής του σταδιοδρομίας είναι χαρακτηριστική η στάση του στο θέμα της εκλογής στην Προεδρία της Χώρας του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Διαφώνησε με το ΚΟΔΗΣΟ για τη λογική του και την απόφασή του να μην δώσει θετική ψήφο, αν δεν άλλαζε ο εκλογικός νόμος. Ο Τάκης Καρδάρας ανακοίνωσε:
«δεν είναι λογικό εφ’ όσον αναγνωρίζουμε όλοι ότι η παρουσία του Κ. Καραμανλή στην Προεδρία είναι ωφέλιμη για τον τόπο, να αρνούμεθα να τον ψηφίσουμε, αν δεν μας υποσχεθεί την αλλαγή του εκλογικού νόμου….», και έθεσε την παραίτησή του στη διάθεση του κόμματος.
Ο Τάκης Καρδάρας δεν ασχολήθηκε ξανά με την ενεργό πολιτική, αλλά δεν αποχώρησε από τη δράση. Συμμετείχε ενεργά στις δραστηριότητες του αγαπημένου του Δωτιέα και σε κάθε εκδήλωση στο χώρο της Αγιάς είτε ήταν θρησκευτικού χαρακτήρα είτε πολιτιστικού είτε αθλητικού. Βοήθησε με την παρουσία του τον Μορφωτικό Σύλλογο «Ο Μιλτιάδης Δάλλας» και τον Αθλητικό Όμιλο Ερμής στα πρώτα του βήματα. Ασχολήθηκε με τη συγγραφή των βιβλίων του και με τη δημοσίευση άρθρων σχετικών με ποικίλα θέματα από την Επαρχία της Αγιάς. Το 1980, στην Προεδρία του Δάνου Δανιήλ, αναδιοργάνωσε η Κοινότητα της Αγιάς την Κοινοτική Βιβλιοθήκη και ο Τάκης Καρδάρας δώρισε στην Κοινότητα της Αγιάς τον όροφο του πατρικού του σπιτιού, εκδηλώνοντας για μιαν ακόμη φορά την αγάπη του προς τη νεολαία και τονίζοντας την αναγκαιότητα της μελέτης.
Στη διαθήκη του, δε λησμόνησε και τη σπουδάζουσα νεολαία. Άφησε κληροδότημα 500.000 δραχμές, στο Λύκειο της Αγιάς, για να ενισχύεται οικονομικά με βραβείο ο απόφοιτος που θα εισέρχεται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με το μεγαλύτερο αριθμό μονάδων.
Μια ζωή γεμάτη δραστηριότητα και προσφορά. Προσφορά προς την Αγιά και την Επαρχία της. Καθώς τα χρόνια περνάνε και υποχωρούν οι πολιτικές σκοπιμότητες, οι αντιπαλότητες και τα παρόμοια, φαίνεται καθαρότερα η αξία της προσφοράς του και αναγνωρίζεται γενικά. Ο Τάκης Καρδάρας απεβίωσε το έτος 1989 σε ηλικία 74 ετών.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΣ
Ο Δημήτριος Αγραφιώτης γεννήθηκε το έτος 1948. Σπούδασε με υποτροφία στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, από την οποία έλαβε το πτυχίο του τμήματος Μέσων και Νέων Ελληνικών Σπουδών το μήνα Φεβρουάριο του 1972.
Από το έτος 1974 μέχρι 1991 εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση ως φιλόλογος. Στην ιεραρχία υπηρέτησε στις θέσεις του Υποδιευθυντή Λυκείου, Διευθυντή Λυκείου και Διευθυντή Τεχνικού Επαγγελματικού Λυκείου. Κατά το σχολικό έτος 1982-1983 φοίτησε στη Σχολή Επιμορφώσεως Λειτουργών Μέσης Εκπαιδεύσεως (ΣΕΛΜΕ), από την οποία αποφοίτησε με άριστα. Από το έτος 1978 με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Πολιτισμού και Επιστημών διορίσθηκε ως άμισθος Διευθυντής του Μονίμου Τοπικού Ιστορικού Αρχείου Αγιάς (ΜΤΙΑΑ), του οποίου υπήρξε ο βασικός συντελεστής στην ίδρυση και στον εμπλουτισμό του με αρχειακό υλικό και του οποίου διετέλεσε υπεύθυνος από τις 24-5-1977 μέχρι 18-12-1978. Από τις 18-12-1978 μέχρι 5-12-1991 υπήρξε άμισθος Διευθυντής του ΜΤΙΑΑ. Από τις 5-12-1991 αποσπάται στο διάδοχο του ΜΤΙΑΑ Γ.Α.Κ. – Τοπικό Αρχείο Αγιάς.
Κατά το 1976 υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Μορφωτικού και Πολιτιστικού Συλλόγου των Αγιωτών «Ο ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΔΑΛΛΑΣ».
Συνεργάσθηκε με τις αρμόδιες Αρχαιολογικές Υπηρεσίες για τη μεταφορά σε στεγασμένο χώρο, της Αρχαιολογικής Συλλογής του τέως Ημιγυμνασίου Αγιάς και τον εμπλουτισμό της με Συλλογή Νομισμάτων, Οστράκων και αρχιτεκτονικών μελών από την περιοχή της Αγιάς.
Ήταν μέλος της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών, της Εταιρείας Ιστορικών Ερευνών Θεσσαλίας της Λάρισας, μέλος-συνεργάτης του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας, του Συλλόγου των Φίλων των Αρχαιοτήτων Ν. Λαρίσης, της Ομάδος των Αρχαιοφίλων Αγιάς, του Συνδέσμου Φιλολόγων του Ν. Λαρίσης και της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων.
Διατέλεσε μέλος του Δ.Σ. της Μουσικής Σχολής της Κοινότητας της Αγιάς και εξακολουθεί να είναι μέλος της Επιτροπής της Κοινοτικής Βιβλιοθήκης από το 1980 μέχρι σήμερα. Από το έτος 1995 ορίστηκε με απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου της Κοινότητας Αγιάς πρόεδρος του Πολιτιστικού Οργανισμού της Κοινότητας Αγιάς.
Διατέλεσε επίσης επί σειρά ετών αναπληρωματικό και τακτικό μέλος της Εφορείας της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Λαρίσης, αναπληρωτής Διευθυντής του Κέντρου Λαϊκής Επιμορφώσεως Αγιάς (της ΝΕΛΕ Λαρίσης), επιμορφωτής για τη διδασκαλία μαθημάτων για τη Νεοελληνική Γλώσσα στη Διοίκηση καθώς και Μαθήματα Τοπικής Ιστορίας, μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής για τη συγκέντρωση και μελέτη των στοιχείων της Παράδοσης στο Νομό Λαρίσης κ.α.
Από το Δεκέμβριο του 1995 μέχρι το Δεκέμβριο του 1997 υπήρξε Διευθυντής του τοπικού περιοδικού Αγιώτικα Νέα, που εκδίδει ο Μορφωτικός-Πολιτιστικός Σύλλογος Αγιωτών «Ο Μιλτιάδης Δάλλας».
Ιδιαίτερα ασχολήθηκε με την τοπική ιστορία. Από το έτος 1993 μέχρι το 1998 δίδαξε την ενότητα Η Τοπική Ιστορία στο Περιφερειακό Εκπαιδευτικό Κέντρο της Λάρισας – Π.Ε.Κ., στα τμήματα των Φιλολόγων από τα θεσσαλικά διαμερίσματα Μαγνησίας, Λαρίσης, Καρδίτσης, Μουζακίου και Τρικάλων.
Το συγγραφικό του έργο από το 1976 μέχρι σήμερα περιλαμβάνει μελέτες και άρθρα σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά και αναφέρεται σε θέματα της βυζαντινής και της Νεοελληνικής Ιστορίας καθώς και στην Τοπική Ιστορία.
Έλαβε μέρος με εισηγήσεις σε Συνέδρια στην Lyon, 1990 Απρίλιος 21, στη Λάρισα για τη Θεσσαλική Ιστορία (1989), για το Αγροτικό Ζήτημα, στο Α΄ Συνέδριο Λαρισαϊκών Σπουδών τον Απρίλιο του 1991, στην Ιστορική Ημερίδα της Καρδίτσας, 23-10-1991, στο Α΄ Συνέδριο Ιστορικών Σπουδών Νίκαιας Λαρίσης, 11-4-1992, στο Α΄ Ιστορικό-Αρχαιολογικό Συνέδριο για την Επαρχία της Αγιάς, 1993, σε ημερίδα για την Τοπική Ιστορία στην Καρδίτσα και στο Βόλο και στο Πολιτικό και Ιστορικό Συνέδριο για τον Νικόλαο Πλαστήρα στην Καρδίτσα και σε Ιστορικά Συνέδρια στα Αμπελάκια 1994, Αύγουστος 14, στην Ελασσόνα 1994, Αύγουστος 27, στο Συνέδριο για τους Θεσσαλούς Φιλοσόφους, Απρίλιος 1995, στο Γ΄ Συνέδριο Λαρισαϊκών Σπουδών, Απρίλιος 1995, στο Α΄ Συνέδριο για την Ιστορία της Καρδίτσας Μάρτιος 1996 και στο Β΄ Συνέδριο της Λαϊκής Βιβλιοθήκης της Καρδίτσας, 11-12/5/1996.
Ο αιφνίδιος θάνατος του ανδρός την 1η Απριλίου του 1999 βύθισε σε πένθος την Χώρα της Αγιάς.
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΑΛΕΞΟΥΛΗ
Κατά παράδοση θεωρείται από τις πιο παλιές και πιο εύπορες οικογένειες της Αγιάς με μακρά δραστηριότητα (εμπορική-πολιτική) από το τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα και εξής. Το επώνυμο «Αλεξούλης» δεν είναι το πρώτο της οικογένειας. Σε έγγραφο του αρχείου Μιλτ. Δάλλα το έτος 1825 εμφανίζεται για πρώτη φορά να υπογράφει ως «Δημήτριος. αλεξίου», ο μετέπειτα γνωστός ως Αλεξούλης, «Γκιαούρ πασάς της Αγιάς» αποκαλούμενος. Πρόκειται για έγγραφο με πέντε υπογραφές δημογερόντων και τετραμερή σφραγίδα της Αγιάς (στον εξωτερικό κύκλο: «ΧΩΡΑ ΑΓΙΑ», στον εσωτερικό: δικέφαλος αετός), με το οποίο η Κοινότητα αναλαμβάνει παλαιότερο χρέος προς την Αικατερίνη Χατζημαγαλιού. Το χρέος το αποδέχτηκαν οι: Δημήτριος Ρίζου και Γ. Χατζηιωάννου, ήδη από το 1795, για να το αποδώσουν στην δικαιούχο με τόκο 12% και το βεβαιώνουν με την υπογραφή των ο Χατζηαποστόλης Παπαθεοκλήτου και ο Στέφανος Ρίζου. Αργότερα, άγνωστο πως, το χρέος το ανέλαβε η Χώρα της Αγιάς.
Με βάση καταγραμμένη από τον λόγιο της Αγιάς Θεοδ. Χατζημιχάλη (βλ. το χειρόγραφό του στο Φ3, υποφ. 3β, αρ. 425) αφήγηση του Κλεάνθη Γ. Αλεξούλη (1841-1922), εγγονού του Δ. Αλεξούλη, μπορούμε να συνδέσουμε την οικογένεια Αλεξούλη με τη γνωστή για τη δραστηριότητά της οικογένεια Χατζηιωάννου. Ο Δημήτριος είναι προφανώς γιος του Αλεξίου Χατζηιωάννου και κατά τη συνήθεια της εποχής, ήταν γνωστός και υπογραφόταν ως «Δημήτριος Αλεξίου». Με την επιχωριάζουσα κατάληξη «-ούλης» προέκυψε το επώνυμο «Αλεξούλης», το οποίο επικράτησε παρά την παράλληλη χρήση και των Αλεξάκης και Αλεξόπουλος, οι κάτοχοι του οποίου είναι σήμερα εγκατεστημένοι στη Λάρισα, στην Αθήνα, στην Αγιά κ.α.
Ανατρέχοντας στην οικογένεια των Χατζηιωάννου μπορούμε να βρούμε έναν Χατζη Κωνσταντά, πατέρα του υπογραφομένου ως «γιάννης προτό[γ]ερος» σε έγγραφο της 20 Φεβρουαρίου του 1759, ο οποίος είναι πατέρας των Γεωργίου και Αλεξίου Χατζηιωάννου, γνωστών μελών μιας επιτυχημένης συντροφίας εμπορίας βαμβακιού – κόκκινων νημάτων και κοτζαμπασήδων της Αγιάς για αρκετά χρόνια. Είναι οι «Αλέξης και Γιώργης» που αναφέρει ο Μ.W. Leake ως αρχηγούς των δύο πολιτικών μερίδων (ταραφιών) στην Αγιά κατά το 1809.
Ο Αλέξιος Χατζηιωάννου είχε τέσσερα αγόρια: Τον Δημήτριο, τον Γεώργιο, τον Ιωάννη και τον Κωνσταντίνο ή Κοτρότσιο Αλεξίου. Ο Δημήτριος, απέκτησε δύο γιούς, τον Αλέξανδρο (Αλέξιο) (1822), ο οποίος αποκαλούνταν «Αλεξάκης», για διάκριση από τον παππού του Αλέξιο Χατζηιωάννου, και τον Γεώργιο (Δ. Αλεξίου, -ούλη) (1825). Ο Γεώργιος Δ. Αλεξούλης απέκτησε τρία αγόρια: τον Περικλή (1839), τον Κλεάνθη (1841) και τον Γεώργιο, αποκαλούμενο Γεωργούλη, ο οποίος γεννήθηκε μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1843. Αυτοί είναι οι ονομαζόμενοι στο εξής Αδελφοί Αλεξούλη, οι δημιουργοί του παρόντος αρχείου.
Ο Περικλής με τη σύζυγό του Ευανθί[ν]α Νικ. Μαργαρίτου, από τις Σταγιάτες του Πηλίου, απέκτησε μια κόρη, την Ελένη (12-2-1872) και δύο αγόρια, τον Γεώργιο (19-8-1874) και τον Νικόλαο (1876). Ήταν ασταθής χαρακτήρας και από το καλοκαίρι του 1877 έδειξε σημεία πνευματικής διαταραχής, η οποία τον οδήγησε και στο θάνατο. Αυτοκτόνησε στο Μεταξουργείο των Αθηνών το 1878, αφού με πιστόλι σκότωσε τη σύζυγό του, που ήταν και πάλι έγκυος.
Ο Κλεάνθης ήρθε σε πρώτο γάμο με τη δασκάλα Αικατερίνη Ιω. Αυγερινού από τη Θεσσαλονίκη και σε δεύτερο με την κόρη του Γεωργίου Καραβίδα, Αριστέα. Από τον πρώτο γάμο του απέκτησε δύο κόρες: την Άννα (1881) και την Ελένη (1883). Λόγω διαφορών το ζεύγος ήρθα σε διάσταση και η Αικατερίνη πήρε τις κόρες της και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί, από τυχαία εκπυρσοκρότηση του κυνηγετικού όπλου ενός γείτονά της, έχασε τη ζωή της το 1888. Ο Κλεάνθης το ίδιο έτος ήρθε σε δεύτερο γάμο με την Αριστέα Γ. Καραβίδα, με την οποία απέκτησε:
1) την Αικατερίνη (Κατίγκω) (20-01-1889), [1891]
2) τον Περικλή (01-11-1892), [1893]
3) την Ευανθία (26-08-1894), [1895]
4) την Πηνελόπη (18-12-1896), [1897]
5) τον Γεώργιο (17-01-1899), [1899]
6) τον Αντώνιο (16-12-1900), [1901]
7) την Καλυψώ (24-01-1903), [1904] και
8) τον Κωνσταντίνο (16-11-1906), [1907]
Ο Κλεάνθης ήταν ο κύριος συνεχιστής της εμπορικής δραστηριότητος της οικογένειας Αλεξούλη. Σοβαρός επιχειρηματίας, μορφωμένος ικανοποιητικά για την εποχή του, έντιμος, απέκτησε αρκετά νωρίς αξιόλογη θέση στο χώρο της Αγιάς και υπηρέτησε από διάφορες θέσεις την πατρίδα του. Γνώριζε γαλλικά και το γεγονός αυτό τον έφερε σε επαφή με εμπορικούς οίκους της Μασσαλίας, στους οποίους διέθετε την παραγωγή των κουκουλιών της περιοχής. Εκτός από τη φροντίδα της δικής του οικογένειας υπήρξε επίτροπος των ανηλίκων τέκνων του αδελφού του Περικλή, για τα οποία στάθηκε δεύτερος πατέρας φροντίζοντας να τα μορφώσει και να τα αποκαταστήσει. Πέθανε το έτος 1922.
Ο Γεώργιος (Γεωργούλης), ο μικρότερος από τους Αδελφούς Αλεξούλη, πέθανε, μετά από σύντομη ασθένεια, το φθινόπωρο του 1868 σε ηλικία 25 ετών. Δεν είναι γνωστό αν είχε δημιουργήσει οικογένεια. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, από τα στοιχεία του αρχείου, φαίνεται ότι ήταν αξιόλογο άτομο και δραστήριο στα πλαίσια των εμπορικών υποθέσεων της οικογένειας του.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν τόσο από σημειώσεις σε παλαιότυπο βιβλίο της Βιβλιοθήκης που διατηρεί στο αρχοντικό της η κ. Καλυψώ Αλεξούλη, όσο και από τα Μητρώα Αρένων και τα Δημοτολόγια της Κοινότητος της Αγιάς. Διαφορές υπάρχουν μεταξύ των χρονολογιών γεννήσεως που αναφέρονται στις οικογενειακές σημειώσεις και σ’ εκείνες που έχουν δηλωθεί επίσημα στις κοινοτικές Αρχές. Η μορφή όμως των οικογενειακών καταγραφών (ημερομηνία – μήνας – έτος – ημέρα και ώρα) τις καθιστά περισσότερο αξιόπιστες από τις υπάρχουσες στα Κοινοτικά Αρχεία, στα οποία, για όσους γεννήθηκαν προ του 1881, οι καταχωρήσεις των στοιχείων έγιναν βάσει των δηλώσεων των δημοτών, ενώ άλλες σκοπιμότητες αλλοίωναν σε μεταγενέστερους χρόνους το έτος γεννήσεως των κοριτσιών συνήθως, αλλά και των αγοριών.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω τα οποία παρουσιάζουν την οικογένεια «Αλεξούλη» ως συνέχεια της οικογένειας των Χατζηιωάννου, παραθέτω στην συνέχεια την γενεαλογία για τον κλάδο της οικογένειας Αλεξούλη, ο οποίος έχει ως αφετηρία τον Γεώργιο Δ. Αλεξίου [Χατζηιωάννου] μέσα στα όρια που καλύπτει το παρουσιαζόμενο αρχείο. Πληρέστερη αναφορά μου στη γενεαλογία της οικογένειας Αλεξούλη υπάρχει σε ανέκδοτη ακόμη μελέτη μου, η οποία αναφέρεται στις παλαιές οικογένειες της Αγιάς και καλύπτει χρονολογικά το διάστημα από το 1759 μέχρι σήμερα. Στην μελέτη αυτή αναφέρονται και οι διασυνδέσεις της οικογένειας Χατζηιωάννου-Αλεξούλη με άλλες αξιόλογες οικογένειες της Αγιάς, της Έδεσσας, του Βόλου, της Κωνσταντινουπόλεως κ.α.
β) Η Οικονομική δραστηριότητα της οικογένειας Αλεξούλη.
Για την οικονομική δραστηριότητα των αδελφών Χατζηιωάννου έχουν δημοσιευτεί λίγα στοιχεία, τα οποία τη συνδέουν με την εμπορία βαμβακιού, κόκκινων νημάτων, φιτιλιών κ.λ.π. σε χώρους παράλληλους με των εμπόρων των Αμπελακίων. Η ύφεση των αρχών του 19ου αιώνος εξελίχθηκε σε πλήρη διακοπή αυτής της δραστηριότητας σε σύντομο χρόνο.
Ο Μιλτιάδης Δάλλας σημειώνει, ό,τι διέσωσε η παράδοση, για τη δραστηριότητα
αυτή, την οποία τοποθετεί χρονολογικώς λανθασμένα στα μέσα του 19ου αιώνος. Πληροφορίες για την οικογένεια δίνει και ο Θεόδωρος Χατζημιχάλης σε χειρόγραφα του καθώς και οι Γιάννης Κορδάτος και Ηλίας Π. Γεωργίου.
Η σηροτροφία όμως είναι αυτή που θα αναπτυχθεί σημαντικά στα χρόνια 1860-1880. Στον κάμπο και στους μεταξύ των σπιτιών της Αγιάς ακάλυπτους χώρους, καθώς και των άλλων χωριών της περιοχής, κυριαρχεί η μουριά, το φύλλωμα της οποίας είναι απαραίτητο για τη διατροφή και την ανάπτυξη του μεταξοσκώληκα (καματερού). Η συνεχής φροντίδα για το σπόρο, τη διατροφή, το «σκάλωμα», την ξήρανση, τη συσκευασία, τη μεταφορά στο Βόλο ή στη Θεσσαλονίκη και η αποστολή του προϊόντος στη Μασσαλία ανήκει, κατά μεγάλο μέρος, στους Αλεξούληδες. Προσλαμβάνουν εργάτες για όλες τις απαιτούμενες εργασίες, τοποθετούν κεφάλαια για την εκτροφή του μεταξοσκώληκα στην Αγιά και στα γύρω χωριά, αγοράζουν την παραγωγή άλλων παραγωγών και συνεργάζονται με εμπορικούς οίκους της Λάρισας και του Βόλου για τη διάθεση του προϊόντος. Η δραστηριότητα αυτή τους φέρνει σε επαφή με εμπόρους κουκουλόσπορου (Σμύρνης, Προύσας και Καρδίτσας). Η όλη διαδικασία καταλήγει σε πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα ως προς την ποιότητα του παραγομένου προϊόντος, το οποίο θεωρείται πρώτης κατηγορίας, πράγμα που το καθιστά περιζήτητο στις ξένες αγορές και επομένως κερδοφόρο.
Μέσα από το εμπόριο αυτό οι Αλεξούληδες συγκεντρώνουν αξιόλογα κεφάλαια και έχουν τη δυνατότητα να δανείζουν μικρά και μεγάλα ποσά σε παραγωγούς με αποδοτικό τόκο, αυξάνουν την κτηματική των περιουσία, μισθώνουν υπηρετικό προσωπικό, εμπορεύονται και άλλα είδη, τα οποία αφήνουν σημαντικό κέρδος (σουσάμι, μαλλί) και αποκτούν μια από τις πρώτες θέσεις στην κοινωνία της Αγιάς, την οποία υπηρετούν από διάφορες θέσεις, κυρίως ο Κλεάνθης.
Στα πρόχειρα κατάστιχα του αρχείου συναντώνται καταγραφές εσόδων και εξόδων για τις εμπορικές των δραστηριότητες, αλλά και για τα οικογενειακά έξοδα (επισκευή των σπιτιών, αμοιβές εργατών, οικιακών βοηθών, βοσκών κ.λ.π.).
Η οικονομική επιφάνεια φέρνει την οικογένεια σε επαφή με την οικογένεια Βατζιά, από το Μεταξοχώρι, την οικογένεια Κασσίδα ή Πρικεντή, Καραβίδα και Δάλλα, από την Αγιά και την οικογένεια Τσαμπούλα, η οποία εγκαταστάθηκε στην Έδεσσα.
Η κορύφωση της δραστηριότητας της οικογένειας διαπιστώνεται μεταξύ των ετών 1865-1868, όπως φαίνεται από το τμήμα του αρχείου που παραδόθηκε.
Επιθυμώντας να παραμείνω στα πλαίσια των στοιχείων που προκύπτουν από το υπάρχον υλικό του αρχείου, δεν θα επεκταθώ στα μετά το 1900 χρόνια για την οικογένεια και τη δραστηριότητά της. Ελπίζω ότι η ευκαιρία αυτή θα δοθεί, όταν περιέλθουν στην αρχειακή μας Υπηρεσία και άλλα στοιχεία για την αξιόλογη αυτή οικογένεια της Αγιάς.
Το αρχείο παρουσιάζει, παρά τα ελλείποντα στοιχεία, αξιόλογο ενδιαφέρον και παρέχει πλήθος στοιχείων για την οικονομική ζωή στην Επαρχία της Αγιάς, την κοινωνική κατάσταση, την παραγωγή, τις περιπέτειες του τόπου κατά το 1854. 1877-78 και 1897 καθώς και πλούσιο υλικό για τον ονοματολόγο.
ΚΑΛΥΨΩ ΚΛΕΑΝΘΗ ΑΛΕΞΟΥΛΗ
«Απεβίωσε την Τρίτη 10-10-195 η δασκάλα της Αντίστασης Καλυψώ Αλεξούλη, στην Αγιά, σε ηλικία 92 χρονών.
Η Καλυψώ ήταν μια φτασμένη δασκάλα, με άρτια παιδαγωγική κατάρτιση (είχε τελειώσει το Αρσάκειο στη Λάρισα), με αρχοντική οικογενειακή ανατροφή η οποία υπηρετούσε στο Δημοτικό Σχολείο Αγιάς. Από την πρώτη στιγμή τη βλέπουμε να λαμβάνει ενεργό μέρος στο εαμικό κίνημα. Δεν άφησε χωριό της επαρχίας μας που να μην το επισκεφθεί. Με τη θέρμη της φωνής της και με τον παλμό των λόγων της ενθουσίαζε τις γυναίκες, που έπαιξαν σοβαρό ρόλο στην ανάπτυξη του εαμικού κινήματος. Έπαθλο όλου αυτού του αγώνα ήταν να χάσει τη δουλειά της. Και η Καλυψώ, που ήταν μια ανένταχτη σε κόμματα, αλλά μια εθελόντρια στον επικό αγώνα του λαού μας, με την απαράδεκτη στάση του επίσημου κράτους έγινε φανατικά πολέμια του αστικού καθεστώτος. Η Καλυψώ με τα αδέλφια της Γιώργο, Αντώνη και Κώστα διώχθηκαν, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν και ένας από αυτούς ο Αντώνης έδωσε τίμημα τη ζωή του στον εμφύλιο πόλεμο. Με το κεφάλι ψηλά η Καλυψώ αντιμετώπισε όλο τον κατατρεγμό της οικογένειάς της, χωρίς να λυγίσει.
Έζησε όλα τα χρόνια στο αρχοντικό της στην Αγιά με τους πολλούς της φίλους που συχνά την επισκεπτόταν για να της κρατήσουν λίγη συντροφιά και να μάθουν πολλά από την πολυτάραχη ζωή της.
Δεν είμαι εγώ σπορά της τύχης,
Ο πλαστουργός της νέας ζωής
Εγώ είμαι ώριμο τέκνο της ανάγκης
Κι ώριμο τέκνο της οργής.
Το αγαπημένο ποίημα της Καλυψώς Αλεξούλη.
«Μόνη μου έκανα τις επιλογές μου και διάλεξα αυτό το δρόμο». Η ευαισθησία της έγινε δράση δημιουργική και οι λύπες και οι χαρές του λαού μας έγιναν λύπες και χαρές δικές της. Για μένα, έλεγε, είναι πολύ ωραίο, πολύ εποικοδομητικό να μπορώ να συμβαδίσω την θεωρία και την πράξη.
Οι πανανθρώπινες αξίες και οι αγωνίες της Αριστεράς ήταν και οι δικές της. Γνήσια πατριώτισσα ποτισμένη με τις αρχές, τους στόχους και τα ιδανικά του Κ.Κ.Ε.
Σήκωσε το βάρος της παύσης της από την διδασκαλία στο σχολείο πληρώνοντάς το με το βάρος που σηκώνουν οι άνθρωποι στην σκλαβιά και την τυραννία, μένοντας όρθια ως το τέλος. Βαθύ το μήνυμα.
«Μόνη μου έκανα τις επιλογές μου και διάλεξα αυτό το δρόμο». Δρόμο ασυμβίβαστο. Λέξεις που αποτελούσαν ύμνο γι’ αυτήν όπως Μητέρα-Γυναίκα-Αντίσταση-Ειρήνη, κραυγή διαμαρτυρίας στην κατοχή των Ιταλών-Γερμανών-Σούρληδων και Εμφυλίου.
Δεν παραμέρισε τις μνήμες, πίστευε ότι πρέπει να επανέρχονται γιατί η λήθη έχει το ίδιο βάρος με την αδιαφορία και η αδιαφορία με την συμμετοχή
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ο Αγιώτης αυτός έμπορος έδρασε στην Αυστρία και πέρασε για πρώτη φορά τα Αυστρο-τουρκικά σύνορα το 1764. Ήταν ανύπαντρος, όταν δηλώθηκε στις αρχές της Βιέννης το 1766, και είχε συστήσει εμπορική συντροφιά με δύο Γιαννιώτες, το Γιώργο Πέρκο και τον Εμμανουήλ Σπάχο. Η εταιρεία αυτή ήταν στο όνομα του Κωνσταντίνου και εμπορευόταν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία προς την Αυστρία βαμβάκι και κόκκινο νήμα, συνολικής αξίας 10.000 Φιορινιών, ενώ παράλληλα εξήγε – από την Αυστρία προς τις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μαγειρικά σκεύη.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΛΑΜΑΝΟΣ
Εκ Κερκύρας, (εις Αγιά περίπου 1830 -1840)
Ιατρός και δεινός κυνηγός, ο οποίος δεν συμμετείχε στη Θεσσαλική Επανάσταση του 1854. Γερμανικής καταγωγής και Αγγλικής υπηκοότητας. Πολιτογραφήθηκε Αγιώτης, εγκατέλειψε την Λάρισα επειδή παντρεύτηκε την Μαρία Χατζημήτρου, κόρη του Γεωργίου, εμπόρου και διορισμένου αρχικοτσάμπαση της περιοχής από τον Αλή Πασά. Προσωπικότητα με ισχυρή ακτινοβολία, ευγένειας, πολιτισμού, ανθρωπισμού και ολόψυχης συμπαράστασης στους πάσχοντες. Ελέχθη ότι ήταν ο σημαντικότερος ξένος που πέρασε από την Αγιά τον 19ο αιώνα.
Ίδρυσε το Παρθεναγωγείο της Αγιάς το 1874 του οποίου τη λειτουργία εξασφάλισε με δωρεά 200 λιρών. Έκτισε και την πέτρινη γέφυρα στο δρόμο προς Αγιόκαμπο μετά την διασταύρωση προς Ποταμιά, γνωστή ως γέφυρα του Αλαμάνου, το 1858.
Ο Δημ. Αλαμάνος εκοιμήθη το 1873 (22α Απριλίου), άτεκνος, εις ηλικία ολίγον μετά τα εξήντα μάλλον εκ βαθυτάτης θλίψεως για τον θάνατο δύο μικρών ανεψιών του. Η κηδεία του καταγράφεται υπό των βιογράφων του ως ανεπανάληπτο γεγονός εις την Αγιά.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗΣ
Ο Θεόδωρος Χατζημιχάλης υπήρξε λόγιος και άφησε σημαντικό αριθμό διηγημάτων-αφηγημάτων, ιστοριοδιφικών σημειώσεων και μικρών συνθέσεων (βιογραφίες), επιμνημόσυνων και επικήδειων λόγων, καθώς και ηρωικά και ηθικά ποιήματα. Το έργο του στο μεγαλύτερο μέρος του παραμένει ανέκδοτο. Άξια λόγου είναι «Η εν Αγιά πανήγυρις της Α΄ Σεπτεμβρίου» και ο «Υπέρ άνθρωπον άνθρωπος», για τον Όσιο Συμεών από το Βαθύρεμα της Αγιάς (16ος αι.), που γνώρισαν και εκδοτική επιτυχία. Το έργο του είναι πολύτιμη πηγή ιστορικών και λαογραφικών πληροφοριών για την επαρχία της Αγιάς.
Εγεννήθη εν Ρέτσιάνη τω 1873 και απεβίωσε την 20 Νοεμβρίου 1931 (εις ηλικίαν 58 ετών).
Εις μικράν ηλικίαν (ίσως 5 ετών) έπαθε από έλκος της δεξιάς χειρός και κατέληξε μετά πολυετή θεραπείαν εις αγκύλωσιν της χειρός, ήτις τον κατέστησεν ανάπηρον.
Εκτός του δημοτικού σχολείου Ρετσάνης πήγε και στο δημοτικόν σχολείον Αγιάς με διδάσκαλον τον Λάζαρον Κλαβάτσην εκ Σερρών άνδρα λόγιον, εις δε το Ελληνικόν σχολείον Αγιάς είχε σχολάρχην τον Χ. Σούρλαν, Ηπειρώτην. Είχεν απολυτήριον σχολαρχείου. Δεν ηδυνήθη να εξακολουθήσει τας σπουδάς του, διότι η πολυετής ασθένεια της μητρός του Αννέτας (επί 9 έτη) δεν επέτρεψαν εις τον πατέρα του να τον σπουδάσει λόγω οικονομικών δυσκολιών.
Εις ηλικίαν 16 ετών (1888) διορίσθει υπό του Νομάρχου (αντιπροσώπου του Κράτους), Γραμματοδιδάσκαλος εις Σκήτην, αλλά μη ανεχόμενος τας πολιτικάς πιέσεις παρητήθη και έκτοτε ειργάζετο βοηθών τον πατέρα του και τους αδελφούς του εις το Κηροπλαστείον.
Κατά τον πόλεμον 1912-1913 και κατόπιν, ειργάσθη αφιλοκερδώς προς παροχήν συντάξεων εις τας χήρας και ορφανά θυμάτων πολέμου. Από μικράς ηλικίας επέδειξε ζήλον εις τα γράμματα και καθ’ απάσας τας τάξεις ηρίστευε με τον ανώτερον βαθμόν. Μετά την αποφοίτησίν του εμελέτα ιδίως θρησκευτικά βιβλία και ανέπτυξε τας θρησκευτικάς γνώσεις του εις τοιούτον βαθμόν, ώστε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος, καίτοι δεν εγνώριζε προσωπικώς, τον εφοδίασε δι’ ειδικής αδείας του κηρύττειν εις την πατρίδα του Ρέτσανην, όπερ επί μακράν σειράν ετών έπραξεν ομιλών κατά διαλείμματα οσάκις είχε καιρόν προς μελέτην και προετοιμασίαν.
Ότε ανεφάνη η αίρεσις των χιλιαστών εις Ρέτσανην, τότε μελετήσας διάφορα συγγράμματα ειδικά αντιχιλιαστικά του Γαλανού, του Τρεμπέλα και άλλων, ανέλαβε τον πόλεμον κατ’ αυτών, διότι η έδρα των ήτο δυστυχώς η Ρέτσανη και εστήριζε τους χριστιανούς εις την πίστην. Ούτως ώστε ενώ κατ’ αρχάς εφαίνετο, ότι ο χιλιασμός προόδευε, κατόπιν όμως προ της σθεναράς αντιστάσεως την οποίαν εύρον, ήρχισαν να υποχωρούν και να μη προσηλυτίζουν. Εις αυτόν οφείλεται η κατά καιρούς έλευσις Ιεροκηρύκων της Ζωής μηδέ του Τρεμπέλα εξαιρουμένου αφ’ ενός μεν ίνα ακούηται επιστημονικόν κήρυγμα, αφ’ ετέρου δε όπως έρχεται εις προσωπικήν επικονωνίαν μετά διαπρεπών πτυχιούχων ιεροκηρύκων και λύη διαφόρους απορίας, λαμβάνη δε και διαφόρους οδηγίας ως προς τον τρόπον του κηρύττειν.
Εις ηλικίαν 16 ετών εξεφώνησε τον πρώτον επικήδειον λόγον εν Σκήτη και εις ηλικίαν 19 ετών τον δεύτερον εν Ρετσάνη. Έκτοτε ήρχισε να κρατή διαφόρους σημειώσεις γεγονότων παλαιών εκ γερόντων, υπεργήρων, αίτινες κατόπιν τω ερχησίμευσαν διά συγγραφήν διηγημάτων, άτινα όταν επιστή η ώρα θα έλθωσιν εις φως. Εξ αυτών εδημοσιεύθη ο «Μυλωνάς της Ρετσάνης» εις την εφημερίδα της Λαρίσης.
Εις το μνημόσυνον του επισκόπου Ιεροθέου, ευεργέτου της Κοινότητος Ρετσάνης, εξύμνησε τον άνδρα διά την δράσιν του. Επίσης και κατά τον θάνατον διαφόρων πολιτικών και εξοχόντων ανδρών δι’ επικηδείων εξύμνει τους αξίους επαίνων ως τον Ευθύμιον Βατζάν, Φιλ. Σαμσαρέλον, Αχ. Ηρακλείδην κ.λ.π. και συνέβαλε εις την Λαογραφικήν Εταιρείαν Θεσσαλών. Παρέμεινεν άγαμος συζών μετά των αδελφών του.
Γενεαλογία. Υιός του Ιωάννου Χατζημιχάλη, όστις εγεννήθη περί το 1815. Εφοίτησεν εν Ρετσάνη εις το σχολείον υπό τον διδάσκαλον Ζαρκαδήν και εν Αγιά παρά τω Γ. Καπελαρίδη. Προς ευρυτέραν μόρφωσιν απεστάλη επί εν ή δύο έτη εν Αμπελακίοις, όπου ήκμαζεν η παιδεία και εφοίτησεν υπό τον διδάσκαλον Τσιγαράν διδαχθείς τον Πλούταρχον, Ισοκράτην, Ξενοφώντα κ.λ.π. και ούτω ήτο ο εγγραμματότερος της περιφερείας, δι’ ο και ο τότε επίσκοπος Δημητριάδος κ. Δωρόθεος οσάκις ήρχετο εις περιοδείαν εν Αγιά τον προσελάμβανεν ως ακόλουθον και Γραμματέα του, τον έκαμε δε και Αναγνώστην και εις την εκκλησίαν ανεγίγνωσκε τον Μηνιάτην Δαμασκηνόν κ.λ.π. μετά καθαράς απαγγελίας και όλοι ηυχαριστούντο.
Ήτο υιός του Μιχάλη Χατζηδημήτρη, όστις γενόμενος προσκυνητής ωνομάσθη Χατζημιχάλης εξ ου και το επώνυμον. Ο Χατζηδημήτρης ήτο υιός του Χατζητσίγγανου και εστάλη και αυτός εις Ιερουσαλήμ, επέστρεψε δε τω 1783 ως εμφαίνεται εκ μιας σημειώσεως όπισθεν του εικονίσματος, που έφερεν απ’ εκεί, ωνομάσθη δε Χατζηδημήτρης.
Ο πατήρ του Θεοδώρου Αναγνώστης Χατζημιχάλης (διότι υπό το όνομα αυτό ήτο γνωστός) απεβίωσε την 28 Οκτωβρίου 1916 εν μέσω των 5 τέκνων του ήσυχος. Έλαβε μέρος εις τινά επίθεσιν των Τουρκαλβανών Τουρκοχωρίου κατά της Ρετσάνης παρά την θέσιν Μαυρομοριές μεταξύ Τουρκοχωρίου και Ρετσάνης και μετ’ άλλων 50 ανδρών υπό τον ηγούμενον της μονής Ρετσάνης και αργότερον επίσκοπον Γαρδικίου Ιερόθεον και απέκρουσαν αυτούς.
Η μήτηρ του Θεοδώρου Αννέτα Χατζημιχάλη ήτο θυγάτηρ του εκ Ζαγοράς επιφανούς ιατρού Πέτρου Αλαμάνου, αδελφού του επίσης εξόχου ιατρού Δημ. Αλαμάνου, γνωστοτάτου εν Αγιά ως ευεργέτου κ.λ.π. Οι δύο αδελφοί Αλαμάνοι ήσαν Άγγλοι υπήκοοι και ήλθον εκ της Επτανήσου (εκ Κερκύρας) εις Λάρισαν, όπου εξήσκον το επάγγελμα του ιατρού, αλλά μη όντες ευχαριστημένοι εν Λαρίση εκ της παρουσίας των Τούρκων εγκαταστάθησαν ο μεν Δημήτριος εις Αγιάν, ο δε Πέτρος Αλαμάνος εις Ζαγοράν.
(Εκ σημειώσεων του Θεοδώρου) Αλκ. Χατζημιχάλης. Ρέτσανη 10-11-1934.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗ
- «Ένα πανηγύρι στα χρόνια της σκλαβιάς», Αθήναι 1994.
- «Ο Όσιος Συμεών ο ανυπόδητος και μονοχίτων», Αθήναι 1974.
- «Η κατάρα και το Ανάθεμα», Λάρισα 1981.
- «Πορτρέτα Αγιώτικης Ιστορίας», Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» Λαρίσης, 1966
- «Δύο φιλέλληνες στην Αγιά Λαρίσης τον 19ο αιώνα», 1973
- «Γεώργιος Χατζηδημητρίου ή Χατζημήτρος, Αγυιωτικαί αναμνήσεις» (1928), περ. ΗΩΣ, 1966
- «Πρόσωπα και περιστατικά στην Επαρχία Αγιάς τον καιρό του ’21».
ΚΑΡΟΛΟΣ ΒΙΑΝΕΛΛΙ (Εξ Ιταλίας).
Τελειόφοιτος Ιατρικής, ακόλουθος του ζεύγους Φάβρ. Ευγενής και φιλάνθρωπος, δεν έλαβε μέρος στην επαναστατική προσπάθεια το 1878, αλλά μετά μεγάλης αυταπαρνήσεως και δαπανών, έσωσε την Αγιά, τους Αγιώτες και τα πέριξ χωριά από πυρπολήσεις και καταστροφές. Επέκρυψε πολλούς επαναστάτες στο Αρχοντικό Φάβρ όπου είχεν υψωθεί η Γαλλική σημαία και η δράση του Βιανέλλι χαρακτηρίζεται με ντοκουμέντα από την διάθεση να διασωθεί στην Αγιά ότι ήταν δυνατό από την απληστία των Τούρκων.
Είκοσι χρόνια μετά την άφιξη στην Ελλάδα (1872) των Φάβρ και Κ. Βιανέλλι ο Ευγένιος Φάβρ, βρίσκεται πνιγμένος (1892) στον Πηνειό, ή εξ ατυχήματος ή αυτοκτονίας. Η χήρα Φάβρ συνεχίζει τις επιχειρήσεις μακαρονοποιΐας, μεταξουργίας, οινοποιΐας με βοηθό της τον Κ. Βιανέλλι ως το θάνατο της, στα 1913. (Ησχολούντο δε και με την γεωργία – κτηνοτροφία).
Τρία χρόνια αργότερα (1916) ο Βιανέλλι πεθαίνει, χτυπημένος κατά λάθος από σφαίρα πιστολιού που περιεργαζόταν ο ανιψιός του.
Η φιλελληνική συμπεριφορά του Κ. Βιανέλλι μέσα από τις δραστηριότητες της οικογένειας Φάβρ, αποκαλύπτεται από έγγραφα κοινοτικά, κρατικά, κ.α. τα οποία παρουσιάζει ο Γιάννης Σακελλίων.
ΛΕΩΝ ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ (1896-1982)
Υπηρέτησε στο Μικρασιατικό Μέτωπο με το βαθμό του Ανθυπιάτρου, υπηρέτησε ως ιατρός στην Αγιά και παραμένει στην μνήμη των κατοίκων της ως ανάργυρος γιατρός. Η κατοικία του πλησίον του Ναού της Παναγίας κατέπεσε. Δύο φωτογραφίες του 1908 και 1923 μαζί με τον πατέρα του, κοσμούν την έκδοση του Πολιτιστικού Οργανισμού, «Χώρα Αγιά» και η προτομή του ευρίσκεται στην κεντρική πλατεία της Αγιάς.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ
Ο Γιάννης Σακελλίων γεννήθηκε στη Λαμία το 1924, μεγάλωσε στο Βόλο, και έζησε τα τελευταία τριάντα χρόνια στη Λάρισα. Έζησε, επίσης, στην Αγιά και στην Κοζάνη, όπου υπηρέτησε ως δημόσιος υπάλληλος. Πέθανε στις 6 Σεπτεμβρίου 2000. σπούδασε πολιτικές επιστήμες. Από μικρός ασχολήθηκε με τα γράμματα. Από το 1924 άρχισε να δημοσιεύει κείμενά του σε περιοδικά της Αθήνας και της επαρχίας. Ασχολήθηκε, εκτός από τη λογοτεχνία και την κριτική, με τη λαογραφία και τη νεότερη ιστορία, κυρίως της Θεσσαλίας.
Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε το κριτικό του έργο σε τρεις κατηγορίες. Στην πρώτη εντάσσονται οι μελέτες, τα δοκίμια και τα άρθρα (μερικά δόθηκαν υπό μορφή διαλέξεων) που είτε εξέδωσε σε αυτοτελείς τόμους, είτε δημοσίευσε σε βιβλία και περιοδικά. Στη δεύτερη ανήκουν οι βιβλιοκρισίες, δημοσιευμένες, επίσης, σε περιοδικά και εφημερίδες. Στην τρίτη εντάσσεται η εκδοτική του δραστηριότητα.
Οι βιβλιοκρισίες του, έπειτα, είναι αρκετές και διάσπαρτες σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες. Παρουσιάζει συγγραφείς και σχολιάζει τα έργα τους. Κι αυτές αποτελούν στοιχεία του κριτικού του έργου.
Τέλος, κάποιες εκδόσεις που έκανε εκφράζουν μια άλλη πλευρά του κριτικού
του έργου. Οπλισμένος με τις γνώσεις του ιστορικού και του λαογράφου και τη μεθοδικότητα, θα έλεγα, ενός φιλολόγου, εκδίδει δύο έργα του Θεοδώρου Χατζημιχάλη, σημαντικού συγγραφέα της Αγιάς. Τον κάνει γνωστό στο ευρύτερο κοινό και συνάμα φωτίζει μια ιστορική περίοδο του 19ου αι. συμβάλλοντας στη διερεύνηση της τοπικής ιστορίας. Η εργασία του περιλαμβάνει την εισαγωγή, τα σχόλια και την επιμέλεια του κειμένου. Όσον αφορά την εισαγωγή, αφιερώνει αρκετές σελίδες και είναι αρκετά διαφωτιστικός. Στο ιστορικό αφήγημα «Η κατάρα και το ανάθεμα» (Έργα και ημέρες του Βελή πασά στην επαρχία Αγιάς Λαρίσης, 1981), αφού μας δώσει στην αρχή ορισμένα βιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα, στη συνέχεια σχολιάζει τις πληροφορίες που παρέχει. Ο Χατζημιχάλης μιλάει για τα συγκεκριμένα βάσανα των ραγιάδων από την παρουσία του Βελή πασά «φωτίζοντας έτσι μια πτυχή της ιστορίας και τον ήρωά της».
Επισημαίνει ότι το δραματικό στοιχείο προσδίδει «στην αφήγηση ιδιαίτερο ενδιαφέρον», ενώ υπογραμμίζει τον βαθύτατο ανθρωπισμό του Χατζημιχάλη. Τέλος, επιχειρεί να χρονολογήσει το κείμενο, μια και δεν σημειώνεται η χρονολογία συγγραφής ή της καθαρογραφής του. Το τοποθετεί γύρω στα 1902.
Στην εισαγωγή, έπειτα, της β΄ έκδοσης του εθνογραφικού ντοκουμέντου. Ένα πανηγύρι στα χρόνια της σκλαβιάς (1994), μας προσφέρει πάλι στην αρχή ορισμένα βιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα. Κατόπιν σκιαγραφεί το πνευματικό και κοινωνικό «κλίμα» της εποχής, αναλύει το περιεχόμενό του, αναφέρεται στα χαρακτηριστικά του (πρόσωπο, συναλλαγές, ενδύματα, νομίσματα, αγώνες) και το ύφος του (πάθος, αφέλεια) και αποτιμά την προσπάθεια του Χατζημιχάλη. Γράφει σχετικά: «Προσπάθησε να αποτυπώσει μια στιγμή της ιστορίας του ανθρώπινου βίου και μας έδωσε στοιχεία της αιωνιότητας. Ζήτησε να ζωγραφίσει έναν πίνακα με το ύφος της ιδιαίτερης πατρίδας του και μας έδωσε τη Ρωμιοσύνη».
Τα σχόλια, επίσης, στις παραπομπές είναι αρκετά κατατοπιστικά και βοηθούσε τον αναγνώστη να κατανοήσει το κείμενο.
Να τονίσω ότι ο Γιάννης Σακελλίων δεν υπήρξε μόνο ένας αξιόλογος ποιητής και πεζογράφος, αλλά και ένας σημαντικός κριτικός και στοχαστής, μια προσωπικότητα στο χώρο του πνεύματος, συγκροτημένη και με στέρεα «υλικά».
Ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα στον πολιτιστικό τομέα. Οργάνωσε πολλές εκδηλώσεις και συνέδρια συμμετέχοντας είτε με πρωτότυπες διαλέξεις, είτε με ανακοινώσεις. Υπήρξε μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (Αθήνα), μέλος της Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας (Θεσσαλονίκη) κ.α. Επίσης ήταν επίτιμος Πρόεδρος της Λαρισαϊκής Χορωδίας και επίτιμο μέλος πολλών σωματείων.
Εις την τάξιν των Ευεργετών της Αγιάς ανήκουν και ο Νικόλαος Κανάβας, ο Κωνσταντίνος Χαρίσης και ο χρηματίσας Δήμαρχος Δωτιέων Φίλιππος Σαμσαρέλος.