Αρχιμ. Νεκτάριος Δρόσος

Διδάκτωρ Βυζαντινής Ιστορίας (ΑΠΘ)

Η εκκλησιαστική κατάσταση κατά την Οθωμανική κυριαρχία.

 Θρησκευτικός και μοναστικός βίος

Είναι γνωστό, από τις αναφορές της μελέτης μας γιά το Όρος των Κελλίων, ότι η μοναστική ζωή στην ανατολική Θεσσαλία, εκμηδενίσθηκε, κατά τη περίοδο μεταξύ της αρχής και του δευτέρου μισού του 14ου αιώνα (1340-1380). Εξαιτίας της βίας μιας περιόδου συνεχών συγκρούσεων μεταξύ Καταλανών, Αλβανών και Φράγκων (Λατίνων) αλλά και πειρατικών επιθέσεων, ο μοναστικός βίος υπέστη οριστική ερήμωση, όπως απέδειξαν οι πρόσφατες ανασκαφές στην παράλια ζώνη της ανατολικής περιοχής του Δήμου Αγιάς. Οι πηγές μαρτυρούν ότι, η παρουσία των Οθωμανών στη Θεσσαλία προκάλεσε τη μετακίνηση των κτιτόρων του Μεγάλου Μετεώρου, Αγίου Αθανασίου και Ιωάσαφ, προς τη Μονή Βατοπεδίου του Αγίου Όρους (1394). Είναι αποδεκτό ότι η επιστροφή των κτιτόρων μοναχών μετά από δύο χρόνια στα Μετέωρα, συνδυάζεται με τα προνόμια που χορήγησε ο Βαγιαζίτ Α΄ στις Μονές των Μετεώρων, δηλαδή φορολογικές ατέλειες, άδεια αμπελο-καλλιέργειας και βεβαίως την αναγκαία θρησκευτική ελευθερία. 

Τα ανωτέρω υποστηρίζει και ο Τουρκολόγος Machiel Kiel, όχι μόνο για τα Μετέωρα, αλλά και για την Ολυμπιώτισσα της Ελασσόνας και το μοναστήρι της Παναγίας (Αγίου Δημητρίου) του Στομίου. «Βρίσκουμε τα προνόμια αυτά καταγραμμένα στα οθωμανικά ταχρίρ, επαναλαμβανόμενα και επιβεβαιούμενα σε μεταγενέστερους καταλόγους», όπως αναφέρεται σε μελέτες ιστορικών της εν Θεσσαλία οθωμανικής κυριαρχίας. Η εκχώρηση προνομίων στα μοναστήρια ακολουθεί μία πολύ γνωστή οθωμανική πολιτική, που μελετήθηκε με λεπτομέρεια από τον Ν. Οικονομίδη, για το Άγιον Όρος και την Ε. Ζαχαριάδου, για το μοναστήρι του Προδρόμου κοντά στις Σέρρες. Το μοναστήρι της Ολυμπιώτισσας της Ελασσόνας, που βρίσκεται σε ένα κυρίαρχο σημείο, ελέγχοντας έναν από τους κύριους δρόμους για τη Θεσσαλία, επέζησε της οθωμανικής κατάληψης και, σύμφωνα με τα ταχρίρ του 16ου αι., κατείχε εκτεταμένη περιουσία. Έτσι, υπάρχουν τόσοι λόγοι να υποθέσουμε για το μεγάλο μοναστήρι του Στομίου, ότι η οθωμανική κατάκτηση δε διέκοψε τη κοινοβιακή του ζωή, και ότι η ζωή του διακόπηκε από μία υποτιθέμενη βίαιη κατάκτηση από τους άνδρες του Εβρενός Μπέη.

Ο κατάλογος του 1455 δε δείχνει κάποιο μοναστήρι στην Αγιά, επειδή μάλλον δεν υπήρχε, ή καταγράφηκε σε κάποιο τμήμα του καταλόγου (ταχρίρ) που χάθηκε. Ομοίως δεν υπάρχουν στοιχεία μοναστικής ζωής στους καταλόγους του 1466, 1506 και 1521, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο δεν επέζησε ο μοναχισμός λόγω της οθωμανικής κατάκτησης. Είναι θέμα προσωπικής εκτίμησης να αποδώσουμε τη διάλυση στους Οθωμανούς κατακτητές ή στους προ αυτών επιδρομείς, στη γενική δυστυχία, στη βία και στις συχνές επιδημίες (πανούκλας) στη Θεσσαλία που έκαναν τον 14ο αιώνα ιδιαίτερα καταστροφικό. Αν υπολογίσουμε το γενικό αίσθημα σεβασμού που έτρεφαν οι Οθωμανοί για τους καλόγερους και τους ιερείς, ίσως υπερασπισθούμε την άποψη ότι ορισμένα μονύδρια επέζησαν στους δύσκολους αυτούς χρόνους. Η κατάσταση στην Ανατολική Θεσσαλία και στην Αγιά αλλάζει κατά τον 16ο αιώνα. Στη διάρκεια του αιώνα, γνωστού στην ιστοριογραφία ως οθωμανική ειρήνη, (Pax Ottomanica 1450-1590), ο πληθυσμός των Βαλκανίων αυξήθηκε σε εκπληκτι- κό ρυθμό. Ο χριστιανικός πληθυσμός της Καστρίτσας (σημερινή Αγιά) αυξήθηκε από 347 νοικοκυριά στα 1455, σε 1353 στα 1506, σε 2139 νοικοκυριά στα 1570, δηλαδή, περισσότερο από έξι φορές σε 115 χρόνια,  γεγονός που ξεπερνούσε την κατά μέσο όρο γενική ευρωπαϊκή ανάπτυξη. Σ’ αυτό το ιστορικό υπόβαθρο της εντυπωσιακής δημογραφικής ανάπτυξης πρέπει να ερμηνεύσουμε με βάση της πηγές την επέκταση ή επανασύσταση της μοναστικής ζωής στην Αγιά. Η μελέτη των καταλόγων (ταχρίρ) καταδεικνύει ότι ταυτόχρονα με την δημογραφική άνοδο, αναπτύχθηκε και η οικονομία σε επίπεδο οικιακής βιοτεχνίας. Παράλληλα, ένα προβιομηχανικό μέσο παραγωγής, οι νερόμυλοι, καθώς και ο αριθμός των ξυλοτομείων αυξήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Αγιάς πιο γρήγορα απ’  ότι οι άνθρω-ποι. Η επεκτεινόμενη οικιακή οικονομία των χωριών της Αγιάς, ως νέα οικονομική βάση σε σχέση με την παλαιά βυζαντινή αριστοκρατία των γεωκτημόνων, δημιούργησε κεφάλαιο και σύντομα αποθεματικό χρημάτων για να κτισθούν μονές και επίσης να παραχωρηθεί γεωκτησία στους μοναχούς για να συντηρηθούν και να επεκταθούν. Και ενώ, το αυστηρό γράμμα του Ισλαμικού Νόμου απαγόρευε να κτισθούν νέες εκκλησίες, στη πράξη οι «ρεαλιστές Οθωμανοί» επέτρεπαν στην Αγιά να οικοδομηθούν ναοί και μονές. 

Οι σχέσεις μεταξύ Μουσουλμάνων και Χριστιανών στην Αγιά ήταν σχετικά ειρηνικές.  Ειδικά οι κάτοικοι της «Αγίας», του 1520-1540, και της «κατά την τοποθεσίαν της Αγίας» του 1620, που ασφαλώς ήταν οι κάτοι-κοι της σημερινής κωμοπόλεως Αγιάς είχαν την οικονομική ευχέρεια, τα προνόμια – ως περιοχή δικαιοδοσίας του στέμματος (Khass) – και την διάκριση, να μη συγκατοικούν στη Χώρα της Αγιάς έως και το 1850-1888 μαζί με Οθωμανούς. Με αυτό το τρόπο, των διακριτών ρόλων, διασώθηκαν στην Αγιά σημαντικά Υστεροβυζαντινά, και οικοδομήθηκαν αρκετά μεταβυζαντινά μνημεία.

Όπως ήδη έχουμε αναφέρει, σημαντικός παράγοντας οικονομικής ανάπτυξης, θρησκευτικής ελευθερίας, δημογραφικής ανόδου και μεταβυζα-ντινού πολιτισμού ήταν η αλλαγή του φορολογικού status πολλών χωριών της Αγιάς. Οι κατάλογοι της Άγκυρας, T.K.G.M. 60 και T.D. 695, δείχνουν ότι μεταξύ του 1521 και πριν το 1539-1540, έξι χωριά γύρω από την Αγιά, αντί να παραχωρηθούν σαν πηγή εισοδήματος του ζαΐμη της Καστρίτσας, περιλήφθηκαν στην περιοχή δικαιοδοσίας του στέμματος (Khass) της Οθωμα- νής πριγκίπισσας Mihrimah, αγαπημένης κόρης του σουλτάνου Σουλεϊμάν. Όταν η Mihrimah παντρεύτηκε τον μετέπειτα μεγάλο βεζύρη Rustem Pasha (Ρουστέμ Πασά) (1539) τα χωριά, που αποσυνδέθηκαν από το ζιαμέτι της Καστρίτσας, συμπεριλήφθηκαν σε νέα μονάδα, διοικούμενη από ένα φορο-εισπράκτορα (voyvode) της πριγκίπισσας. Ίσως το 1817 η έδρα του voyvode να ήταν το Μεταξοχώρι, δηλαδή, ο διακανονισμός της σουλτάνας Mihrimah που πέθανε το 1578, παρέμεινε σε ισχύ δυόμιση, τουλάχιστον, αιώνες, επειδή οι διακανονισμοί που διευθύνονταν από πριγκίπισσες της οθωμανικής αυλής ετύχαιναν πολύ καλής διαχείρισης. Η πολιτική, ως εκ τούτου, του Οθωμανικού Κράτους εξηγεί τη σημαντική αύξηση των μοναστη-ριών κατά τον 16ο αι. στη Θεσσαλία, και τη διατήρηση όσων (π.χ. Μετέωρα), κατά διαδοχή, μετείχαν φορολογικών προνομίων από Χριστιανούς (π.χ. Σέρβους) κυριάρχους.

Θεωρείται ότι η μοναστική ανάπτυξη του 16ου αιώνα, ήταν αντίστοιχη του 9ου και 10ου αι., η οποία καθοδηγήθηκε από τον αυτοκράτορα και είχε ως σκοπό την ενίσχυση των περιοχών που έφθιναν οικονομικά. Όταν τον 17ο αι. με τη παρακμή της οθωμανικής αυτοκρατορίας παρατηρείται μία φυγή προς τα ορεινά λόγω της καταπίεσης, τα χωριά της Αγιάς συνέχισαν να επεκτείνονται και δημογραφικά. Ομοίως, και τον 18ο αιώνα, που το ορεινό ρεύμα επιστρέφει οπότε και εποικίζονται παλαιότερα αστικά κέντρα ή δημιουρ-γούνται νέα, διατηρώντας μία δημογραφική ισορροπία, τα χωριά της Αγιάς επεκτείνονται,  εξάγουν στην Ευρώπη νήματα και προσελκύουν κόσμο από πολλά μέρη εξ αιτίας του ελκυστικού καθεστώτος (δικαιοδοσία του Στέμματος) και της καλής διακυβέρνησής τους.

«Σε δύσκολους καιρούς όταν οι άλλοι τόποι παρήκμαζαν εξαιτίας κάθε είδους εκμετάλλευσης και κακοδιαχείρισης από τους τοπικούς τοποτηρητές του τέλους της οθωμανικής εποχής, τα χωριά που ήσαν υπό την προστασίαν μιας πριγκίπισσας ή σουλτάνας συνέχισαν να ευημερούν».

Η Αγιά, από τα μέσα του 17ου αι., αποτελούσε εποχιακή έδρα του εκάστοτε μητροπολίτη της Δημητριάδος, ο οποίος, από τον Οκτώβριο μέχρι το μήνα Μάρτιο, διέμενε κατά το μεγαλύτερο διάστημα, στην Αγιά. Ο Δημητριάδος, εγκαταβίωνε στο Επισκοπείο παράπλευρα του μητροπολιτικού ναού, που τότε ήταν ο Άγιος Νικόλαος ο Κερασάς, (κτίσμα του 1500 και εξής). Ο μητροπολίτης εγκαθιστούσε στην Αγιά έναν επίτροπο, συνήθως υψηλό-βαθμο ιερωμένο – οικονόμο ή σακελλάριο, και αργότερα (1880) λαϊκό. Η παρουσία του ίδιου του Επισκόπου στην Αγιά και ο ορισμός επιτρόπου, φανερώνουν αφ’ ενός το οικονομικό ενδιαφέρον του για την περιοχή και αφ’ ετέρου την εξακρίβωση ότι παραχειμάζει σε ήπιο συγκριτικά κλίμα από αυτό της Ζαγοράς – Πορταριάς ή Μακρινίτσας. Οπωσδήποτε, σημαντικό ρόλο σ΄ αυτή την επιλογή των εκάστοτε μητροπολιτών της περιόδου, 1663-1858, διαδραμάτισε και η έντονη θρησκευτικότητα των Αγιωτών, καθώς και η παντελής απουσία Οθωμανών στην Αγιά.

Γνωρίζοντας λοιπόν, από τις σχετικές με την περίοδο επιστημονικές εργασίες, την εξέλιξη του θρησκευτικού και μοναστικού βίου στη μεταβυ-ζαντινή Θεσσαλία, είναι περισσότερο σημαντικό, να παρουσιάσουμε τα άγνωστα μεταβυζαντινά μνημεία (ναούς–μονές) της Αγιάς, για πρώτη φορά εν συνόλω, παραπέμποντας στις σχετικές ανακοινώσεις Ελλήνων και ξένων ερευνητών και σε όσα καταγράφονται στα οθωμανικά κατάστιχα (Ταχρίρ).

Περιεχόμενα

Κοινοποίηση

Προτεινόμενες Αναρτήσεις

ΔΕΣΙΑΝΗ

(Όπως διηγείτο ο Σακελαρίου Γεώργιος και Κων/νος Μυλωνάς κάτοικοι του χωριού τούτου 1952, 10 του θεριστή): – Πως γιόρταζαν οι κάτοικοι της Δέσιανης τον Δεκαπενταύγουστο επί Τουρκοκρατίας; + Αύγουστος Χρυσομήνας, καλομήνας ή απλοχέρης έτσι τον λέγουν παλιά το μήνα αυτόν οι ζευγάδες. Ο Θεός δώρισε όλα τα αγαθά για να

ΕΥΕΡΓΕΤΑΙ – ΛΟΓΙΟΙ

«ΑΓΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ» ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2015 ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΧ. ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ Ο Δημήτριος Αχ. Ηρακλείδης ήταν γόνος μιας μεγάλης και παλιάς πλούσιας αγιώτικης οικογένειας εμπόρων και πολιτικών τοπικής εμβέλειας. Μας είναι γνωστή ήδη από τα πρώτα χρόνια του 19ου αι. από το αγιώτικο αρχείο της Ε.Β.Ε. Ο θείος του Δημήτριος Νικολάου Ηρακλείδης, κάτοχος μεγάλης

Ευχή διά τας μέλισσας.

Κύριε Ιησού Χριστέ ο δημιουργός του σύμπαντος κόσμου και επιβλέπων επί πάσαν κτίσην αλόγων ζώων, πτηνών, ιχθύων και ερπετών. Επίβλεψον Δέσποτα εξ Αγίου κατοικητήριόν Σου, επί το μελισσομάντρι τούτο και ευλόγησον αυτό. Διαφύλαξον από πάσης φαρμακείας και επαοιδίας, παντός κακού περιεργείας τε πονηράς και πανουργίας ανθρώπων. Δος Κύριε εις το