τον 18ο και 19ο αιώνα.
Κατά τη δεκαετία 1821-1830 ξεκινούν και με επιτυχία δρομολογούνται οι νέες και αποτελεσματικές απόπειρες για την απελευθέρωση των Ελλήνων. Παράλληλα, έχουν αρχίσει οι προσπάθειες συνδιαλλαγής των αντιμαχομένων πλευρών, Ελλάδας και Τουρκίας, για τη παραχώρηση κάποιας αυτονομίας ή και ανεξαρτησίας στις επαναστατημένες περιοχές. Μετά από τις υπογραφές των Πρωτοκόλλων στη Πετρούπολη (1826), στο Λονδίνο (1827), και στην Αλεξάνδρεια (1828), κατά τη διάσκεψη των πρεσβευτών των Δυνάμεων στον Πόρο, ο Ιωάννης Καποδίστριας θα υπέβαλε υπόμνημα, στο οποίο προέτεινε και τα πρώτα σύνορα του ελληνικού κράτους. Τα σύνορα, τα οποία θα ήσαν «τα μάλλον συνεσταλμένα», θα άρχιζαν «από τον κόλπο του Βώλου, και αφήνοντα μεν εις τους Τούρκους την Θεσσαλίαν και πολύ της Ηπείρου μέρος, διά δε των ισχυροτάτων ορεινών όγκων φθάνοντα εις Σαγιάδαις» .
Μετά από διαπραγματεύσεις, καθυστερήσεις, αναβολές και παλινδρο-μήσεις, τον Αύγουστο του 1832 κρίνεται ως καταλληλότερη γραμμή συνόρων εκείνη «από το στόμιον του Παγασητικού κόλπου (…) καταλήγει διά του Αμβρακικού εις την θάλασσαν (…)».
Οι περιπέτειες των Θεσσαλών της παραμεθόριας περιοχής θα εκδηλω-θούν δέκα χρόνια αργότερα (1842) και θα διαρκέσουν έως την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881. Ορισμένοι από τους κατοίκους της Σούρπης «δελεάστηκαν» ή αναγκάστηκαν από την τακτική του τουρκικού κράτους να «μεταναστεύσουν» στο Σουρπιώτικο κάμπο, περνώντας τα σύνορα, και να αποδεχθούν τους όρους του τουρκικού δημοσίου (αλλαγή υπηκοότητας κ.λ.π.).
Εξ’ αιτίας της πρώτης οροθετικής γραμμής, σε περίοδο όπου τα ελλαδικά μας πράγματα συνέχιζαν να είναι «αόριστα και μετέωρα και άνευ κυβερνητικής νομιμότητος», παρατηρούμε ότι: Τα Ν.Α. σύνορα της Μητρόπολης Δημη-τριάδος, από το Μάρτιο του 1829 παραχωρούνται στο ελλαδικό κράτος ενώ η Σούρπη (κατά το ήμισι), ο Αλμυρός, η Αγχίαλος, ο Βόλος το Πήλιο και η Αγιά παραμένουν υπό την οθωμανική κυριαρχία.
Η περιφέρεια της Αγιάς, συνυπογράφει τη γενική των κατοίκων της Επισκοπής Δημητριάδος αναφορά του 1757 προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και όπως διαφαίνεται, εκ των κτιτορικών επιγραφών, ενθυμήσεων και γεγονό-των, ανήκει στην δικαιοδοσία του Δημητριάδος έως το 1878. Έχει λεχθεί ότι «πρίν από την απελευθέρωση (1881) η Μητρόπολη Δημητριάδος είχε μόνο την επαρχία του Βόλου, ενώ οι επαρχίες Αλμυρού και Αγιάς υπάγονταν προσωρινά στη Μητρόπολη Λαρίσης. Ωστόσο, οι υποθέσεις των – Φάβρ – στο Μεταξοχώρι της Αγιάς, για ενοικιάσεις μοναστηριακών κτημάτων, αναφέ-ρονται στον αρμόδιο της Δημητριάδος μητροπολίτη Γρηγόριο Ε΄, έως το έτος 1878.
Εάν, λοιπόν, για κάποια αιτία ο Λαρίσης κατείχε την Αγιά μεταξύ των ετών 1878-1881, υποθέτουμε ότι είχε σχέση με τα ιστορικά γεγονότα της εξεγέρσεως των Θεσσαλών, τα οποία έλαβαν χώραν από 1ης Ιανουαρίου του 1878 στο Πήλιο, 16ης Ιανουαρίου στη Βρύναινα Αλμυρού, 25ης Φεβρουαρίου στην Αγιά, με την ολοκλήρωση της εξέγερσης της 2ας Μαρτίου του 1878 στην Αγιά, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη διακήρυξη της απελευθέρωσης της Θεσσαλίας την 26 Μαρτίου 1881 και την υπογραφή ελληνοτουρκικής Συνθήκης για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας την 20η Ιουνίου του 1881.
Στα υπομνήματα εκλογής των μητροπολιτών Δημητριάδος, ο μητροπολίτης Δημητριάδος καλείται και Ζαγοράς το 1821-1823 και 1858.
Το 1873 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος ο ΣΤ΄ αποκαλεί σε μία εγκύκλιό του τον Δημητριάδος, «Υπέρτιμο και Έξαρχο Πελασγών», τίτλος ο οποίος διατηρείται έως σήμερα.
Ο νόμος 940 της 19ης Μαΐου 1882 εντάσσει τις επαρχίες Αλμυρού και Αγιάς στη Μητρόπολη Δημητριάδος, αλλά, το 1899 η Επισκοπή Δημητριάδος αποκτά την επαρχία Σκοπέλου-Σκιάθου, που αποσπάται από την Επισκοπή Χαλκίδος και η επαρχία Αγιάς υπάγεται στο Λαρίσης. Η Αγιά, επανέρχεται στο Δημητριάδος μετά από 10 έτη, το 1909 με το νόμο ΓΥΛΔ΄ (3434) ο οποίος καταργεί το νομό Μαγνησίας.
Αναφέραμε ήδη ότι, το 1899 η Μητρόπολις Δημητριάδος (νόμος ΒΧΔ΄) καλείται Επισκοπή, όπως όλες οι 34 Μητροπόλεις της Ελλάδος, εκτός των Αθηνών. Το 1923, με νέα απόφαση οι Επισκοπές έγιναν Μητροπόλεις και η Μητρόπολη Αθηνών Αρχιεπισκοπή. Οι επίσκοποι πλέον καλούνται μητροπολί-τες και ο Αθηνών Αρχιεπίσκοπος.
Παρατηρούμε, βάσει των μετατροπών εκ της νομοθεσίας ότι, το 1901 ο Δημητριάδος Γρηγόριος Δ΄ καλείται μητροπολίτης διότι, «όσοι των επιζώντων Σεβασμιωτάτων αρχιερέων έφερον μέχρι τούδε (1899) τον τίτλο του μητρο-πολίτου, θέλουσιν διατηρήσει αυτόν εφ’ όρου ζωής», και ποιμαίνουν Επι-σκοπή. Ενώ ο διάδοχος του Γερμανός αναφέρεται στα έγγραφα, ως επίσκο-πος, έως το 1923, και μετά την αλλαγή της νομοθεσίας καλείται μητροπολίτης. Σε έκθεση εντυπώσεων Ιεροκήρυκος της «Επισκοπής» Δημητριάδος (1906), όπου το έγγραφο είναι εκ δευτέρου διορθωμένο, αρχικά έγραφε, «Αρχιεπισκο- πής», δείγμα της αμηχανίας των υφισταμένων για τη δεοντολογικά ορθή σύνταξη των τίτλων, η Αγιά δεν αναφέρεται διότι ανήκει στο Νομό Λαρίσης και στην Επισκοπή Λαρίσης, ενώ ο Νομός Μαγνησίας ταυτίζεται με την Επισκοπή Δημητριάδος και περιλαμβάνει το Βόλο, Αλμυρό, Σκόπελο και Σκιάθο.
Εν τέλει, από το 1922, όταν η επαρχία Αλμυρού αποσπάται από τη Μητρόπολη Λαρίσης επανέρχεται στην Επισκοπή Δημητριάδος, και μέχρι σήμερα η Μητρόπολη Δημητριάδος συγκροτείται από τις επαρχίες Βόλου, Αλμυρού και Αγιάς. Τα στοιχεία που φανερώνουν την εξέχουσα θέση της Αγιάς, μεταξύ των επαρχιών του Δημητριάδος (Πήλιον – Ζαγορά – Αλμυρός) κατά τη Τουρκοκρατία, είναι τα εξής:
Η ύπαρξη Μετοχίου της Παναγίας Κύκκου της Κύπρου στην Αγιά και η ανάδειξη του πρώτου μητροπολίτη της Δημητριάδος Αθανασίου, καταγομένου εκ της νήσου Κύπρου.
Το γεγονός ότι «οι κατά καιρούς επίσκοποι διέτριβον μήνας τινάς εν τη έδρα Αγιάς, διό και η κοινότης έχει ανεγείρει επί θέσεως περιόπτου μεγαλο-πρεπή οικοδομήν καλουμένην Μητρόπολιν».
Τον Οκτώβριο του 1823 ο από Περιστεράς Καλλίνικος, καταγόμενος εκ της Σελίτσανης (Ανατολής) Αγιάς, αφού εποίμανε τη Δημητριάδα για τρία και πλέον έτη, έως τον Ιούλιο του 1827 παραιτηθείς ετελεύτησε μετά ένα χρόνο και ετάφη στον «Άγιον Νικόλαο της Μητροπόλεως» (Άγιο Νικόλαο Κερασά τον εκ Βουναίνης).
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στη «Μητρόπολη» έχουν ταφεί εκτός του Δημητριάδος Καλλινίκου (1828) και οι επίσκοποι της Δημητριάδος Γαβριήλ, Ιουνίου 12η του 1663, Ιωαννίκιος, Μαϊου 12η του 1720, και ο μητροπολίτης Γρηγόριος ο Σάμιος, το 1858 (+- 23η Σεπτεμβρίου).
Ένα οθωμανικό κείμενο του 1871 για την επαρχία της Αγιάς αναφέρει ότι: «Ο κασαμπάς (=μεγαλοχώρι) του Γενιτζέ περιέχει τριακόσια εβδομήντα σπιτικά και βρίσκεται στην πλαγιά του φημισμένου όρους Κίσσαβος, σε απόσταση έξι ωρών ανατολικά του Γενισεχίρ (Λάρισας). Διατελεί υπό την διοίκηση ενός μουδίρη. Διαθέτει περίφημο νερό και κλίμα και άφθονους κήπους με μουριές. Ένα πλήθος από νερά τρεχούμενα και βρύσες τον καθιστά θαυμάσιο τόπο αναψυχής. Ο ναχιγιές του Γενιτζέ περιλαμβάνει εικοσιεφτά χωριά και τσιφλίκια και η περίμετρός του εκτείνεται σε μήκος εικοσιτεσσάρων ωρών.
Πέντε με δέκα χωριά του ναχιγιέ βρίσκονται στην άκρη της θάλασσας. Το κύριο εμπόρευμα της περιοχής είναι τα μεταξωτά προϊόντα. Βρίσκει κανείς εδώ εξαίρετα και ανθεκτικά μεταξωτά υφάσματα που προτιμούνται ιδιαίτερα στο εσωτερικό του σαντζακίου των Τρικάλων. Επειδή τα περισσότερα χωριά είναι κτισμένα σε μέρη ψηλά με ωραία νερά και κλίμα, οι κάτοικοί τους έχουν όλα τα εξωτερικά χαρίσματα που προσφέρει η φυσική ζωή στον άνθρωπο. Τους θερινούς μήνες το Γενι/Σεχίρ προμηθεύεται από τον ναχιγιέ του Γενιτζέ τον πάγο και το χιόνι που του χρειάζεται.
Στα χωριά του ναχιγιέ βρίσκονται θαμμένα τα ακόλουθα πανάγια λείψανα οθωμανών ιερωμένων. Στο χωριό Αϊδινλί (Νερόμυλος), του Σέιχ Φερίτ εφέντη, στο χωριό Αλιφακλάρ (Καλαμάκι) του Ισκεντέρ εφέντη, στο χωριό Κερμενλί του Τουργκίτ μπαμπά, στο τσιφλίκι Σέιχ Μπεντρελί (το Γερακάρι) του Σέιχ Μπεντρεντίν εφέντη και στο χωριό Δογάνη (Ανάβρα) του Γιαμσίν μπαμπά. Στα σχολεία του ναχιγιέ φοιτούν γύρω στους εξακόσιους μαθητές.
Στο έδαφος του ναχιγιέ υπάρχουν ογδόντα τρεις βρύσες, χωρίς κληροδοτήματα ή άλλα έσοδα, που για το λόγο αυτό επιβλέπονται και επισκευάζονται από τους κατοίκους. Τέλος στο ναχιγιέ του Γενιτζέ, μέσα σ’ ένα δάσος μεταξύ των χωριών Καρίτσα και Θανάτου, αναβλύζει ένα κόκκινο νερό, όπου από τις 20 του Ιουλίου μέχρι τον Αύγουστο έρχονται οι κάτοικοι και το χρησιμοποιούν για υδροθεραπεία (…).
Στον κάμπο του Γενισεχίρ υπάρχει μια λίμνη που λέγεται λίμνη της Κάρλας και έχει πλάτος μιας ώρας και μήκος τριών. Η λίμνη αυτή σχηματίζεται από τα νερά που κατεβάζουν οι χείμαρροι και οι νεροσυρμές από το όρος Κίσσαβο και τα γειτονικά του βουνά, καθώς και από τις πλημμύρες του ποταμού Κιοστέμ [Πηνειού] και τις χρονιές που επικρατεί μεγάλη ανομβρία δίνει συχνά την εντύπωση ότι έχει στεγνώσει τελείως. Υπάρχουν πολυάριθμα ψάρια στη λίμνη αυτή και από το ψάρεμά τους το δημόσιο εισπράττει ετήσιο φόρο εκατόν δέκα χιλιάδων γροσίων. Τα ψάρια που βγαίνουν εδώ ανήκουν σε ένα είδος γριβαδιού (…)».
Στην επαρχία της Αγιάς μαρτυρείται ένα μετόχι της Ι. Μονής Παναγίας Κύκκου από το 1792. Το μετόχι βρισκόταν ως πρόκτισμα παραπλεύρως της Αγίας Παρασκευής στην ενορία του Αγίου Γεωργίου. Διοικητικά συνίστατο από έναν πρωτοσύγκελο και δύο ιερομονάχους, οι οποίοι περιερχόμενοι τη Λάρισα, το Πλαταμώνα και το Βόλο, δέχονταν τις συνδρομές των πιστών για το μονα-στήρι, γράφοντας τα ονόματα σε βιβλίο, το λεγόμενο «παρρησία».
Από τις ενθυμήσεις του Θ. Χατζημιχάλη γνωρίζουμε τους επιτρο-πεύοντες το Μετόχι ιερομονάχους κατά το 1792, Μελχισεδέκ, Κοσμά και Φιλήμονα και τους κατά το 1802, Ευθύμιο, Αθανάσιο και Γεράσιμο, καθώς και το ότι ο ανωτέρω Αθανάσιος εκοιμήθη στην Αγιά το 1820 και ετάφη στην Αγία Παρασκευή.
Το 1794 η Αρχιεπισκοπή Δημητριάδος ανυψώθη σε Μητρόπολη. Στον θρόνο της Αρχιεπισκοπής Δημητριάδος ανήλθε το 1794 ο Κύπριος Αθανάσιος, ο οποίος αναδειχθείς πρώτος μητροπολίτης και αρχιερατεύσας μέχρι το 1821 συνέδεσε, κατά τραγικό τρόπο, το όνομά του με την Αγιά. Το 1803 ή 1816 υπέστη μεγίστη ταπείνωση, όταν ο Βελή πασάς τον αγγάρευσε, με τους ιερείς και το λαό της Αγιάς, να σκάψουν μία λίμνη στο σεράγι του, στη Δέσιανη, κατά την ημέρα της Αναστάσεως του Χριστού μας, ανήμερα, δηλαδή, του Πάσχα.
Η συνοικία των Αγίων Αντωνίων, περί το 1860, καλούνταν Βλαχομαχα-λάς, ενδεικτικό του ότι ένα μόνο μικρό τμήμα των Αγιωτών ήταν Βλάχοι (Νάουσα – Βέροια). Τουρκικές οικογένειες δεν ήταν εγκατεστημένες στην Αγιά ούτε οθωμανικό νεκροταφείο, τζαμί, οι ιδιοκτησίες Τούρκων υπήρχαν. Η Αγιά είναι «αμιγής ξένου πληθυσμού» «ούτε τέμενος, ουδέ μία οικία οθωμανική ωκοδομήθη ποτέ εν αυτή».
Τοπική παράδοση αναφέρεται στη ματαίωση των προθέσεων των λιγοστών Οθωμανών της Αγιάς, κατά το 1860/70, για την ανέγερση τεμένους σε οικόπεδο που αγοράστηκε στη συνοικία της Παναγίας από τους Οθωμανούς του Τουρκοχωρίου το οποίο δωρήθηκε στον τεκέ του χωριού τους.
Στην Αγιά έδιναν το παρόν μόνον οι διοικητικοί υπάλληλοι, οι οποίοι εκτελούσαν την υπηρεσία τους σ’ αυτή, αλλά διέμεναν μόνιμα στους Νερομύ-λους, χωριό οθωμανικό με τζαμί και τεκέ. Ακόμη και ο βοεβόδας, αντιπρό-σωπος των συμφερόντων της μητέρας του σουλτάνου, διέμενε στο Μεταξο-χώρι (τη Ρέτσιανη). Παρουσία Τούρκων στην Αγιά δεν αναφέρουν οι συγγραφείς: Bjornstahl, Δημητριείς, Leake, Αργ. Φιλιππίδης, Ι. Οικονόμου Λαρισσαίος, Λεονάρδος στα τέλη του 18ου – αρχές του 19ου αι.
Κατά τα μέσα του 19ου αι., αναφέρεται από τον Mezieres ότι διέμεναν στην Αγιά, πλάι στο ποτάμι, λίγες οικογένειες Οθωμανών. Από τα διασωζόμενα σε εμπορικά κατάστιχα ονόματα, φαίνεται ότι ήταν αλβανοί στρατιώτες, υπηρέτες πλούσιων Αγιωτών ή εργάτες. Ακόμη και στα τελευταία χρόνια της παρουσίας των Τούρκων στην Αγιά το αξίωμα του μουδίρη το κατείχαν Οθωμανοί από τη Λάρισα.
Σύμφωνα με τους πίνακες απογραφής του Υπουργείου Εσωτερικών του 1881, η επαρχία Αγιάς περιελάμβανε τους παρακάτω Δήμους:
Δήμος Δωτίου με πληθυσμό 7.852 κατοίκους και 17 χωριά (Αγιά, Ρέτσανη, Τουρκοχώρι, Δέσιανη, Τσεκίρι, Νιβόλιανη, Δογάνη, Ποταμιά, Γερακά-ρι, Κερμενλή, Αθανάτου, Σελίτσανη, Τζούξανη, Πλασιά, Σκήτη, Κάπιστα, Μαρμάργιαννη).
Δήμος Κασθαναίας με πληθυσμό 3.369 κατοίκους και 8 χωριά (Κεραμίδι, Καλαμάκι, Καστρί, Βουλγαρινή, Σκλήθρο, Πολυδένδρι, Βένετο, Κουκουράβα).
Δήμος Ευρυμενών με πληθυσμό 1.197 κατοίκους και δύο χωριά (Τσάγεζι, Καρίτσα).
ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ, ΦΟΡΩΝ, ΤΖΑΜΙΩΝ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΩΝ
(Μ. ΔΑΛΛΑ) 1880.
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ | ||||||||
ΣΥΝΟΙΚΙ-ΣΜΟΙ | Αρρένων και Θηλέων | ΦΟΡΟΙ | ||||||
Αύξων Αριθμ. | Όνομα | Οικίαι | Άτομα | Βέργια | Μπεντέλ | Εκκλη-σίαι | Σχο-λεία | Μαθη-ταί |
1 | Αγυιά Κεφαλοχώρι | 350 | 1990 | 29000 | 21000 | 8 | 3 | 140 άρρ.100 θηλ |
2 | Ρετσάνη | 140 | 875 | 11270 | 10417 | 3 | 2 | 80 αρρ.5 θηλ. |
3 | Νιβολιάνη | 95 | 550 | 5860 | 5530 | 3 | 1 | 40 |
4 | Αθάνατον | 175 | 800 | 10400 | 13230 | 2 | 1 | 70 |
5 | Καρύτσα | 150 | 800 | 12600 | 12400 | 1 | 1 | 70 |
6 | Τσάγιαζι | 34 | 180 | – | – | 1 | 1 | 20 |
7 | Σελήτζανη | 200 | 900 | 12500 | 4500 | 1 | 1 | 40 |
8 | Κουκουράβα | 74 | 420 | 6550 | 5430 | 1 | 1 | 30 |
9 | Βουλγαρινή | 80 | 420 | 7000 | 6600 | 1 | 1 | 25 |
10 | Κεραμίδιον | 240 | 1300 | 13000 | 15000 | 1 | 1 | 90 |
11 | Βένετον | 50 | 270 | 2600 | 3000 | 1 | 1 | 20 |
12 | Σκλήθρον | 40 | 200 | 2200 | 2800 | 1 | 1 | 30 |
13 | Σκήτη | 80 | 400 | 4500 | 5660 | 1 | 1 | 20 |
14 | Ποτάμιον | 60 | 350 | 4500 | 4000 | – | 1 | 30 |
15 | Δογάνη | 50 | 220 | 7000 | 2000 | – | – | 15 |
16 | Γερακάρη | 15 | 80 | 2000 | 300 | – | – | – |
17 | Κερμελή | 25 | 110 | 4000 | 600 | – | 1 οθ. | 10 οθ. |
18 | Τουρκοχώρι | 30 | 170 | 3500 | 700 | 1 | 1 οθ. | 12 οθ. |
19 | Αληφακλάρ | 30 | 85 | 1000 | 1200 | 1 | – | – |
20 | Κάπιστα Τζιφλίκι | 14 | 70 | 678 | 450 | 1 | 1 | 15 |
21 | Δέσιανη » | 30 | 160 | 6000 | 3000 | 1 | 1 | 15 |
22 | Τζικερί » | 5 | 25 | 1800 | 700 | 1 | – | – |
23 | Πλασιά » | 25 | 130 | 4500 | 2000 | 1 | 1 | – |
24 | Καστρί » | 8 | 45 | 2000 | 200 | – | – | – |
25 | Γρουβιάνη » | Καλό Λειβάδιακατοίκητο | – | – | – | – | – | |
26 | Τζιούξιανη » | 5 | 25 | Ήτο ιμλιάκιον = ιδιοκτησία ακατοίκητον | – | – | – | |
1985 | 10485 | 156099 | 128019 | 33 | 23 | 922 |
Τζαμιά υπάρχουν στη Δογάνη (Ανάβρα), Γερακάρι, Τουρκοχώρι (Νερόμυλοι) και Αληφακλάρ (Καλαμάκι). Υπάρχουν εννέα υδρόμυλοι στην Αγιά και τρία πανδοχεία, τέσσερις μύλοι στο Τουρκοχώρι, τρεις στη Μελίβοια, δύο στην Ανατολή και από ένας στη Νιβόλιανη (Μεγαλόβρυσο), Στόμιο, Σκλήθρον και Ποταμιά. Στην Πλασιά, επίσης, υπάρχει μύλος και πανδοχείο. Στα Τουρκοχώρια η αντιστοιχία Χριστιανών – Οθωμανών είναι: Ανάβρα (140 – 80), Γερακάρι (30 – 50), Πρινιά (60 – 50), Νερόμυλοι (70 – 100), Καλαμάκι (60 – 20). Στην Κάπιστα (Σωτηρίτσα) υπάρχουν γαίαι της Ι. Μ. Παναγίας Ανατολής στρεμ. 286 και της Ι. Μ. Φλαμουρίου 131 στρεμ. Βλ. Μ. Δάλλας, Επαρχία Αγιάς, ΘΧ (έκτακτος έκδοσις) 1935, 99-112.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΩΝ 23 ΧΩΡΙΩΝ ΑΓΙΑΣ
ΚΑΤΑ ΤΑ ΕΤΗ 1876, 1881, 1981.
(ΔΩΡΟΘΕΟΥ ΣΧΟΛΑΡΙΟΥ)
Αύξων αριθμ. | Όνομα Χωριού | 1876Δ. Σχολάριος | 1880Μ. Δάλλας | 1881Δ. Σχολάριος | 1981Δ. Σχολάριος |
1 | ΑΓΙΑ | 1850 | 1990; | 1891 | 3454 |
2 | ΑΕΤΟΛΟΦΟΣ | 200 | 160; | 220 | 443 |
3 | ΑΜΥΓΔΑΛΗ | 380 | 420 | 495 | 579 |
4 | ΑΝΑΒΡΑ | 375 | 220 | 285 | 684 |
5 | ΑΝΑΤΟΛΗ | 875 | 900; | 1358 | 292 |
6 | ΓΕΡΑΚΑΡΙ | 155 | 80 | 58 | 352 |
7 | ΔΗΜΗΤΡΑ | 25 | 25 | 25 | 423 |
8 | ΕΛΑΦΟΣ | 325 | 420; | 523 | 280 |
9 | ΚΑΛΑΜΑΚΙ | 125 | 85 | 121 | 693 |
10 | ΚΑΣΤΡΙ | 75 | 45 | 67 | 340 |
11 | ΜΕΓΑΛΟΒΡΥΣΟ | 350 | 550 | 570 | 367 |
12 | ΜΕΛΙΒΟΙΑ | 700 | 800; | 1081 | 1564 |
13 | ΜΕΤΑΞΟΧΩΡΙ | 875 | 875 | 916 | 642 |
14 | ΝΕΡΟΜΥΛΟΙ | 475 | 170 | 206 | 373 |
15 | ΠΟΛΥΔΕΝΔΡΙ | 100 | – | 118 | – |
16 | ΠΟΤΑΜΙΑ | 350 | 350; | 282 | 340 |
17 | ΠΡΙΝΙΑ | 105 | 110 | 104 | 152 |
18 | ΣΚΗΤΗ | 375 | 400 | 425 | 329 |
19 | ΣΚΛΗΘΡΟ | 375 | 200; | 570 | 275 |
20 | ΣΩΤΗΡΙΤΣΑ | 125 | 70; | 104 | 98 |
21 | ΤΣΕΚΙΡΙ | 50 | 25 | 39 | – |
22 | ΓΡΟΥΒΙΑΝΗ | – | – | – | – |
23 | ΠΛΑΣΙΑ | 75 | 130 | 130 | – |
ΣΥΝΟΛΟΝ | 8340 | 8025 | 9588 | 11680 |
Ο χαρακτηρισμός της Ανάβρας ως Τουρκοχώρι είναι παράλογος αφού οι ελληνικές οικογένειες αποτελούσαν το 60% του συνόλου. (ΘΗΜ 28ος 1995, σελ. 150, υποσ. 26, Κ. Σπανός, Τα χωριά στα ανατολικά της Λάρισας το 1876 κατά τον Δωρόθεο Σχολάριο, στο «Έργα και Ημέραι» 1877). Η Καρίτσα, το Τσάγεζι, το Κεραμίδι και το Βένετο δεν ανήκουν σήμερα στην επαρχία της Αγιάς. Η επαρχία Αγιάς περιλαμβάνει 23 χωριά και έχει 1.538 ελληνικές οικογένειες, με 7.690 κατοίκους και οθωμανικές οικογένειες 155 με 775 κατοίκους. Συνολικά έχει 1.693 οικογένειες με 8.465 κατοίκους.
Ο Δήμος Δωτίου σχηματίσθηκε με το Β.Δ. της 31ης Μαρτίου 1883 (ΦΕΚ 126) «Περί διαιρέσεως εις δήμους της κατά το νόμον Λαρίσης επαρχίας Αγυιάς». Κατατάχθηκε στη Β΄ τάξη με πληθυσμό 7852 κατοίκους και έδρα την Αγυιά, έως το 1912. Το 1912 ο Δήμος Δωτίου μετονομάσθηκε σε «Κοινότητα Αγιάς». Αρχική σύσταση: Αγυιά (1891), Ρέτσανη (916), Τουρκοχώρι (206), Δέσιανη (220), Τσεκίρι (39), Νιβόλιανη (570), Δόγανη (285), Γερακάρι (58), Κερμενλή (104), Αθανάτου (1081), Σελίτσανη (1358), Τσούξανη (25), Πλασιά (168), Σκήτη (425), Κάπιστα (104), Μαρμάριαννη (120), Ποταμιά (282). Μεταγενέστερες προσαρτήσεις: Κουκουράβα, Μονή διαλλελυμένη Αγίων Αναργύρων, Μονή διαλελυμένη Αγίου Ιωάννου Θεολόγου, Μονή Αγίου Παντελεήμονος, Μονή Αγίας Τριάδος, Μονή Παναγίας, Κόκκινον Νερόν, Μονή Προδρόμου. Κοινότητες που λειτούργησαν στο Δήμο: Ρέτσανης, Νιβόλιανης, Κουκουράβας, Αθανάτης, Σελίτσανης, Σκήτης, Ποταμιάς, Αγυιάς. Με το Β.Δ. της 19ης Απριλίου 1898 (ΦΕΚ 76), κατατάχθηκε ο Δήμος στην Α΄ τάξη με πληθυσμό 10.473 κατοίκους. Με το Β.Δ. της 13ης Σεπτεμβρίου 1908 (ΦΕΚ 218), το χωριό Κουκουράβα που ανήκε στο Δήμο Κασθαναίας προσαρτήθηκε στο Δήμο Δωτίου. Έμβλημα (Σφραγίδα): Κατόπιν γνωμοδοτήσεως του αρχαιολόγου Π. Ευστρατιάδη επελέγη το εικονιζόμενο έμβλημα που καθορίσθηκε με το Β.Δ. της 18ης Ιουλίου 1883 (ΦΕΚ 305/σελ. 1746): «…(ίνα) η σφραγίς του δήμου Δωτίου φέρη έμβλημα εν τω μέσω μεν «το όρος Όσσαν και επί της κορυφής του έλαφον» κύκλωθεν δε τας λέξεις «δήμος Δωτίου ή Δωτιέων»…».
Πληθυσμός: Έτος 1889 – Πληθυσμός 9.072. Έτος 1896 – Πληθυσμός 10.473. Έτος 1907 – Πληθυσμός 11.502.