
Από το Ναό, σώζεται σήμερα ένα μικρό τμήμα, στην περιοχή της βορειο-ανατολικής του γωνίας, εγκλωβισμένο μέσα σε νεότερες κατασκευές. Το σχέδιο της κάτοψής του, βασίζεται σε συνοπτική αποτύπωση των λειψάνων του και σε ένα ελλιπές αλλά πολύτιμο δημοσιευμένο σχέδιο αποτυπώσεως του μνημείου, που έγινε κατά την ανασκαφή του. Πρόκειται για ένα μικρών διαστάσεων (6,20Χ6,90 μ.) απλό τετρακιόνιο ή, το πιθανότερο, δικιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό, με μεταγενέστερο νάρθηκα εσωτερικών διαστάσεων (4,90Χ3,10 μ.) προσκολλημένο στα δυτικά του. Η κόγχη του αγίου βήματος του ναού ήταν εξωτερικά τρίπλευρη, ενώ εκείνες των παραβημάτων ημικυκλικές. Οι όψεις του φαίνεται ότι ήταν επίπεδες και
αδιάρθρωτες. Οι τοίχοι του μνημείου ήταν κτισμένοι από αργούς λίθους, μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονταν στους οριζόντιους αρμούς σειρές πλίνθων και στους κατακόρυφους ακανόνιστα τοποθετημένοι πλίνθοι και πλινθία, σε μια διάταξη που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ένα είδος αμελούς πλινθοπερίκλειστου συστήματος δομής. Στο εσωτερικό του κτηρίου παραστάδες υπήρχαν μόνο στον ανατολικό και στο δυτικό τοίχο. Ο ναός είχε μαρμάρινο διάκοσμο και τοιχογραφίες, σε δύο πιθανώς στρώματα. Με βάση τα λείψανα των τοιχογραφιών του το μνημείο έχει χρονολογηθεί στον 11ο ή στο 12ο αι.. Η πρώτη χρονολογία φαίνεται ότι συνάδει περισσότερο με το χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής του, αν και σε ένα μικρό και ταπεινό μνημείο, όπως αυτό, διαπιστώσεις του είδους αυτού είναι πολύ επισφαλείς.