Αρχιμ. Νεκταρίου Γ. Δρόσου
Δρος Βυζαντινής Ιστορίας
Η κοινωνική και οικονομική κατάσταση στη νοτιοανατολική Θεσσαλία, μετά την κυριαρχία των Οθωμανών, βρίσκει την περιοχή της Αγιάς σε κατάσταση αποσύνθεσης, λόγω των καταπιέσεων και της αναστάτωσης που επικρατούσε κατά τον 14ο αι. εκ των διαφόρων Ελλήνων, Αλβανών, Καταλα-νών και Σέρβων δυναστών, που είχαν εξαθλιώσει τους κατοίκους. «Η Αγιά κατά το 1455-56, σύμφωνα με την οθωμανική διοικητική υποδιαίρεση των επαρχιών (που ίσως αντανακλά, εν μέρει ή κυρίως, την υστεροβυζαντινή κατάσταση) ήταν μέρος του «καζά» του Yenisehir / Γενί Σεχίρ (της Λάρισας) το οποίο υποδιαιρούνταν με την σειρά του στο «ναχιγιέ» (υποδιαίρεση υπό έναν ναΐμπ ή βοηθό καδή) της Καστρίτσας και στο ναχιγιέ του Πλαταμώνα. Δυστυχώς, το τμήμα του Πλαταμώνα είναι προφανώς, ατελές και μερικά τμήματα του καταλόγου έχουν σχισθεί και χαθεί. Στα ταχρίρ του 15ου αιώνα οι κωμοπόλεις και τα χωριά μιας περιοχής δεν καταγράφονται μαζί, σύμφωνα με τη γεωγραφική τους θέση, αλλά τηρούνται με ιεραρχικό τρόπο, σύμφωνα με το βαθμό που είχαν ως τμήματα της σουλτανικής περιουσίας, ως περιοχή ενός βεζίρη, ή του σαντζάκ μπέη ή των μεγάλων διοικητών του ιππικού (ζαΐμπ, ζαΐμηδων) μέχρι τους κατώτερους ιππείς (τιμαριώτες). Τέλος, καταγράφονται εκείνοι οι οικισμοί που καθορίσθηκαν ότι παρήγαγον φορολογητέο εισόδημα, από το οποίο πληρώνονταν οι ντόπιοι στρατιωτικοί της φρουράς των κάστρων».
«Έτσι, οι οικισμοί ενός ναχιγιέ είναι διασκορπισμένοι σε ένα ολόκληρο κατάλογο και δε μπορεί κανείς να γνωρίζει ποιο χωριό υπήρχε και ποιο όχι, όταν καταγράφηκε σε ένα τμήμα του καταλόγου που τώρα έχει χαθεί. Στη διάρκεια της βασιλείας του σουλτάνου Σουλεϋμάν του Μεγαλοπρεπούς αυτό το σύστημα άλλαξε. Από τότε και μετά ολόκληρη η διοικητική περιοχή είναι σε ένα «μπλοκ» δηλαδή, σε μια ενότητα».
Τα κατακτημένα θεσσαλικά εδάφη υπάγονταν πλέον επίσημα (Tahrir 1455-56) στο τουρκικό δημόσιο ως δημόσιες γαίες. Το σύνολο των κατακτημένων εδαφών διαιρέθηκε, ανάλογα με την έκτασή τους και το ύψος των προσόδων που απέφεραν στο τουρκικό δημόσιο, σε τιμάρια, ζιαμέτια και χάσια. Οι γαίες αυτές παραχωρούνταν από τους σουλτάνους στους Οθωμανούς ή εξισλαμισμένους χριστιανούς αξιωματούχους, οι οποίοι δεν είχαν πάνω σ’ αυτές κληρονομικά δικαιώματα. Σύμφωνα με το οθωμανικό δίκαιο, ο σουλτάνος, που μόνο αυτός είχε το δικαίωμα της εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών της αυτοκρατορίας, ως ιδιοκτήτης της γης, έκανε τον κατάμερισμό της εκμετάλλευσής της, σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: α) Κρατικές γαίες, οι οποίες ανήκαν στον σουλτάνο και στα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας. β) Βακουφικές, τα έσοδα των οποίων προορίζονταν για την συντήρηση των θρησκευτικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. γ) Τιμαριακές, οι οποίες χορηγούνταν στους ιππείς πολεμιστές (Sipahi) που ως αντάλλαγμα για τους φόρους που εισέπρατταν ήταν υποχρεωμένοι να συμμετέχουν στις εκστρατείες με έναν αριθμό στρατιωτών (cebelu).
Με την άνοδο στο θρόνο κάθε νέου σουλτάνου, οι τιμαριούχοι όφειλαν να ανανεώνουν την παραχώρηση των τιμαρίων. Τη γη καλλιεργούσαν οι Χριστιανοί και οι Μουσουλμάνοι, που διακρίνονταν σε σκλάβους, δουλοπάροι-κους και ελεύθερους γεωργούς. Οι δουλοπάροικοι αποτελούσαν κυρίως τους βίαια εξισλαμισμένους χριστιανικούς πληθυσμούς και ήταν πάντοτε στη διάθεση των Τούρκων αξιωματούχων. Εργάζονταν σε μικρές ιδιοκτησίες και είχαν, τη δυνατότητα ν’ απελευθερωθούν. Ο ελεύθερος γεωργός καλλιεργού-σε γη που είχε στη κατοχή του και πλήρωνε τους καθορισμένους φόρους. Ωστόσο, ουσιαστικά, οι μετακινήσεις των ελεύθερων γεωργών απαγορεύο-νταν. Οι τρεις βασικότεροι φόροι των χριστιανών ραγιάδων ήταν το χαράτσι (κεφαλικός φόρος), η δεκάτη, που καταβαλλόταν σε είδος (το 10% της συνολικής παραγωγής) και ο φόρος των τελωνείων, ο οποίος επιβαλλόταν στα εξαγόμενα εμπορευματικά αγαθά. Το τσιφλίκι αρχίζει να εμφανίζεται μετά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα και ερμηνεύεται ιστορικά ως αποτέλεσμα της παρακμής της πορείας της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Μέσα στις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν, μετά το δεύτερο μισό του 16ου αι., οι τιμαριούχοι, λόγω της συνεχούς πτώσης των εισοδημάτων τους, μετέτρεψαν τα τιμάρια σε τσιφλίκια με κληρονομικό δικαίωμα, αγνοώντας τις σχέσεις τους με το σουλτάνο και τη σουλτανική εξουσία. Για τους παραπάνω λόγους, το καθεστώς του χριστιανικού στοιχείου επιδεινώθηκε αισθητά μέσα στην οθωμανική επικράτεια με την εξασθένηση της κεντρικής εξουσίας και την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο σχηματισμός των τσιφλικιών αναστάτωσε τις δομές της οθωμανικής κοινωνίας και οι Οθωμανοί γαιοκτήμονες επέβαλλαν βαρύτερους φόρους στους Χριστιανούς, για να ανταπεξέλθουν στα τεράστια έξοδά τους. Μεταξύ ξένων κερδοσκόπων, τοκογλύφων γαιοκτημόνων και ευνοούμενων του σουλτάνου, που εκμίσθωναν τους τελωνειακούς φόρους και τις δημόσιες προσόδους, η διείσδυση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και η άφιξη Εβραίων προσφύγων (+-1480), συνέβαλαν αποτελεσματικά στη δραστηριοποίηση των εθνικών μειονοτήτων (εμπόριο – υφαντουργία, αγορά γαιών, παραγωγικές μονάδες) και στο βαθμιαίο πλουτισμό τους. Οι αγροτικές μεταρρυθμίσεις του Μωάμεθ Β΄, οι επεμβάσεις του στο νόμισμα και η μέριμνά του για την απασχόληση και την ευημερία του ραγιά, είχε ως αποτέλεσμα να παρατηρηθεί, μεταξύ του 1520 – 1530 και 1570 – 1580, διπλασιασμός και τριπλασιασμός του πληθυσμού των βαλκανικών πόλεων.
Η οικονομία της περιοχής «Αγίας» ή Αγιάς, κατά τον 16ο αι., ήταν κυρίως αγροτοκτηνοτροφική, δεδομένου ότι η ενασχόληση των Χριστιανών με τη γεωργία απετέλεσε τη βάση της υστεροβυζαντινής πόλης και συνέχισε στα πρώιμα μεταβυζαντινά χρόνια, να αποτελεί το κορμό της αγροτικής οικονο-μίας. Οι Μουσουλμάνοι ασχολούνταν με καθαρά χειρονακτικά επαγγέλ-ματα, όπως η υφαντουργία. Οι βασικοί φόροι ήταν γαιοπρόσοδοι, ατομικοί και κτηνοτροφικοί φόροι. Η βασική φυσική πρόσοδος ήταν η δεκάτη στην οποία προσετίθετο συνήθως ένας συμπληρωματικός φόρος. Ο φόρος της «σπέντζας» (έγγειος φόρος), ανέρχονταν στα 25 άσπρα για κάθε ενήλικο και 6 άσπρα για τις χήρες.
Το απόσπασμα του κατάστιχου Μ.Μ.10, απογράφει 203 τιμάρια στη Θεσσαλία. Τρία μεγάλα τιμάρια κατείχε ο σαντζάκ-μπέης της Θεσσαλίας και δύο ο σούμπασης. Ενενήντα εννέα τιμάρια, των οποίων οι κάτοχοι έπρεπε να παρουσιάζονται εξοπλισμένοι με ένα θώρακα από μέταλλο και δέρμα σε περίπτωση εκστρατείας. Πενήντα δύο τιμάρια, των οποίων οι ευεργετούμενοι ήταν υποχρεωμένοι να κατέχουν έναν θώρακα του τύπου «gebe» (όρος μογγολικής καταγωγής) και λιγότερους από 50 τιμαριώτες, οι οποίοι, χάρη στη φύση της υπηρεσίας τους, δεν ήταν αναγκασμένοι να φέρουν το θώρακα ή τη πανοπλία τους. Από τα 203 τιμάρια του Μ.Μ.10, τα 36 κατείχαν Χριστιανοί τιμαριώτες, δηλαδή 17,74% επί του συνόλου και οι υπόλοιποι τιμαριώτες στο απόσπασμα του κατάστιχου ήταν Οθωμανοί (ποσοστό 82,26%). Η απογραφική ένδειξη «Kafir Timurtas», δηλαδή, άπιστος Τιμουρτάς, αναφέρεται, αναμφιβόλως, σε Οθωμανό χριστιανό, τιμαριώτη. Ένα απόσπασμα περιληπτικού καταστίχου (ιτζμάλ) του 1466/6, αριθμεί 22 «σουμπασιλίκια», 6 «κατιλίκια», 343 «σιπαχιλίκια» και 191 «τιμάρια» στη διάθεση των στρατιωτών, θεσσαλικών οχυρών, δηλαδή, 562 τιμάρια διαφορετικής σπουδαιότητας. Σχετικά με την καταγωγή των τιμαριούχων Μουσουλμάνων, είναι φανερό ότι κάποιοι εξ αυτών προέρχονταν από τους Γιουρούκους νομάδες οι οποίοι κατέκλυσαν τη Θεσσαλία πολύ πριν το 1400 και ότι μερικοί είχαν λάβει τις προσόδους τους από τον ίδιο τον Εβρενός μπέη. Επιπλέον, το κατάστιχο Μ.Μ.10, δείχνει ότι στη Θεσσαλία οι τιμαριώτες κατακρατούσαν τα τιμάριά τους από τον πατέρα στο γιο, κάτι που είναι αντίθετο με το οθωμανικό τιμαριωτικό σύστημα. Ο πληθυσμός της επαρχίας, εν προκειμένω και της Αγιάς, κατά την περίοδο 1454 – 1506, αποτελούνταν από μία ελληνική πλειοψηφία και από μία αλβανική μειονότητα, της οποίας ο αριθμός δεν πρέπει να ήταν αμελητέος. Στον παλαιότερο διατηρημένο κατάλογο του 1455/56 (Μ.Μ.10), αναφέρονται τα εξής για το Βαθύρεμα της Αγιάς. Οι σελίδες 339-346 με τις συνακόλουθες υποσημειώσεις, αποτελούν μετάφραση από τα Οθωμανικά Tahrir (κατά παραγγελία μας) του κ. Γ. Κ. Λιακόπουλου, Διδάκτορα οθωμανολόγου τον οποίο ευχαριστούμε εγκάρδια.
Χωριό Βαίσσενη αλλιώς ονομαζόμενο «Μπουγιούκ Γκιόλ» (Μεγάλη Λίμνη).
212b
Δήμος Μαυρομάτης | Παπάς Γιάννης | Γιώργης Μυλωνάς | Μιχάλης Μποζαής | Θόδωρος Χρυσός |
Γιώργης Μπίρας | Δήμος Στέφανος | Κώστας Μποστέλας | Νικόλας Νίγος | Θόδωρος Νίγος |
Δήμος Ίβας | Μανώλης Ίβας | Μιχάλης Χρυσός | Δημήτρης Μπούτας | Γιώργης Μπούτας |
213α
Μιχάλης Μπούτας | Θόδωρος Θεοτοκάς | Γιώργης Αμιράλης | Γιώργης Γούναρης | Νικόλας Παρασκευάς |
Γιώργης Κόκκινος | Θόδωρος Μυλωνάς | χήρα Καλογιαννί-τσαινα | χήρα Μαρία | Γιώργηςγιος τουΘόδωρου |
Δήμος Στέφανος | Γιάννης Νικόλας | Νικόλας Στέφανος | Γιάννηςγιος τουΡίβα | |
σίτος140 κοιλά επί 8 [ακτσέδες]/κοιλό, σύνολο 1120 | κρίθος48 κοιλά επί 5 [ακτσέδες]/κοιλό, σύνολο 240 | κεχρί2 κοιλάσύνολο 10 | βίκος2,5 κοιλάσύνολο 12 | |
κουκιά12 κοιλά επί 8 [ακτσέδες]/κοιλό, σύνολο 96 | λινάρι45 | δεκάτη κήπων40 | δεκάτη μελισσιών141 | δεκάτη περιβολιών 100 |
φόρος νερόμυλου: 245 | δεκάτη αμπελιών και φόροςβαρελιού360 | φόρος χοίρων192 | φόροςεγκλημα-τιώνκαι γάμου 60 | |
σπέντζα687 | ||||
σύνολοεστίες27 | χήρες2 | φοροπρόσοδος3148 |
Χωριό Βαθύρρεμα 213α
Στάικος Σοφής | Στέφανος Στάικος | Βρετός Ορφανός | Θόδωρος Ξερός | Κώστας Δόβηρος |
213b | ||||
Νικόλας Κώστας | χήραΚαλή Δημήτρη | Μιχάλης Στάνος | Δήμος Παλαγορίδης | Γιάννης Τσακάρης |
Νικόλας Ανυφαντής | Γιώργης Ξερός | Μιχάλης Ξερός | Δήμος Ξερός | χήρα Χρυσή |
Νικόλας Σέρβος | ΓιάννηςΜπορίλης | χήρα Στατήρα | Μιχάλης Μπορίλης | Γιώργης Σέρβος |
Μιχάλης Μαυρομάτης | Κοντός Μαυρομάτης | Γιώργης Βλάχος | Κώστας Χρυσικός | Γιώργης Χρύσης |
ΓιάννηςΞερός | Γιώργης Πολυκάστηρας | Μανώλης Βλάχος | Γιώργης Γκολέμης | Γιάννης Καλής |
σίτος100 κοιλάεπί 8[ακτσέδες]/κοιλό, σύνολο 800 | κρίθος κ.α. 26 κοιλά επί 5 [ακτσέδες]/κοιλό, σύνολο 130 | βίκοςκαι κουκιά 14 κοιλά σύνολο 78 | ||
λινάρι45 | δεκάτηκήπων4 | δεκάτη μελισσιών 91 | φόρος προβάτων 229 | φόρος χοίρων 231 |
φόρος εγκληματιών και γάμου60 | σπέντζα693 | δεκάτη αμπελιών 390 | ||
σύνολοεστίες27 | χήρες3 | φοροπρόσοδος2751 |
Κατάστιχο 859 (Hicri) τομ. 2, σελ. 257a – 257b.
Χωριό Βαθύρρεμα – εκτός καταστίχου.
257a
Μπαλαμπάν Σουλεϊμάν | Γκίνης Βεργάτος | Γιάννης Βεργάτος | Θόδωρος Βεργάτος | Κώστας Βεργάτος |
Νικόλας Βεργάτος | Γιάννης Βεργάτος | Στέφανος (γιoς του) Γιαννη Βεργάτου | Θόδωρος Κοντοκριθάρης | Νικόλας Κοντοκριθάρης |
Κώστας Κοντοκριθάρης | Μανώλης Κοντοκριθάρης | Γιάννης Τρύφωνος | Κώστα Τρύφωνος | Θόδωρος Πούντος |
Δημήτρης Τρύφωνος | Μιχάλης Τρύφωνος | Γιώργης Στεφανίσης | Μιχάλης Στεφανίσης | Έτερος Μιχάλης Στεφανίσης |
257b
Θόδωρος Στεφανίσης | Πέτρος Στεφανίσης | Θόδωρος αδελφός του Πέτρου | Παπάς Στεφανίσης | Νικόλας Μιγιάρσης | |||||
Νικόλας γιος του Μανώλη | Θόδωρος γιος του Μανώλη | Γιάννης (γιος του) Μανώλη | Κώστας Μπουρούχας | Γιάννης Κυρίτσης | |||||
Λίκας Σκιαδάς | Γιώργης Βοδενός | Γιάννης Χαλκιάς | Γιώργης Πούντος | Μανώλης γιος του Γιάννη Βεργάτου | |||||
Κώστας Ορφανός | Κώστας γαμπρός του Γκίνη | Χήρα Κράνα | Ανδρέας (του) Θόδωρου | Γιάννης (του) Κώστα | |||||
Γιάννης Μιγιάρης | Στας (Στάθης;) Κότσος | Γιώργης Μαυρογιάννης | Γιώργης Στεφανίσης | Άγαμοι: Γιώργης Κοντοκριθάρης | |||||
Κώστας (του) Μανώλη | Μιχάλης (του) Γιάννη Βεργάτου | Μιχάλης γιος του Κώστα Θεοδώρου | Γιώργης Κυρίτσης | Γκίνης γιος του Κώστα | |||||
Δημήτρης (του) Γιάννη Βεργάτου | |||||||||
σίτος28 κοιλάεπί 8 [ακτσέδες]/κοιλό, σύνολο 220 | κρίθος κ.α.30 κοιλάεπί 5 [ακτσέδες] /κοιλό, σύνολο 150 | δεκάτη μελισσιών 25 | δεκάτη κήπων8 | ||||||
δεκάτη καρυδιών15 | φόρος προβάτων 408 | φόρος χοίρων5 | φόρος εγκληματιών και γάμου 86 | σπέντζα 1081 | |||||
ΣύνολοΜουσουλμάνος 1 | Εστίες 43 | Άγαμοι 6 | Χήρα 1 | Φοροπρόσοδος 1998 ακτσέδες |
Η μελέτη των καταστίχων «Βεσσαίνης» – «Βαθυρρέματος», εκτός της φορολογικής – ιδιοκτησιακής – ανθρωπωνυμικής σημασίας, μας οδηγεί σε συμπεράσματα όπως: Ενδέχεται, ο παπά-Στεφανίσης να είναι ο παππούς του Αγίου Συμεών του μονοχίτωνος. Δηλαδή, ο γιος του παπα-Στεφανίση, «παπά Ανδρέας», μετά από 40 χρόνια, περί το 1495 να γέννησε τον Συμεώνα, στο Βαθύρεμα. Η οικογένεια Βεργάτου, αναφέρεται δέκα φορές και δεύτερη αριθμητικά έρχεται η οικογένεια Στεφανίση, (επτά φορές). Από τις οικογένειες του «Βαθυρρέματος» επίθετα που διατηρούνται μέχρι σήμερα στην Αγιά, είναι: Βλάχος, Χαλκιάς και Μαυρογιάννης. Το δε τουρκικό όνομα balaban (857α) σημαίνει μεγάλος.
Τα οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα (tahrir defteri, defter-i hakani) κατέγραφαν τις φορολογήσιμες πληθυσμιακές μονάδες: εστίες / νοικοκυριά (hane), εργένηδες (mucerred), και χήρες (bive), εφόσον αυτές διατε-λούσαν αρχηγοί εστιών, και κατόπιν αναλυτικά τις φοροπροσόδους κάθε οικισμού. Πρέπει εξ αρχής να σημειώσουμε ότι αυτές οι καταστιχώσεις δεν αποτελούν πληθυσμιακές απογραφές και δεν πρέπει να εξετάζονται ως τέτοιες. Ωστόσο, η σύγκρισή τους με άλλες σύγχρονες πηγές μπορεί να δώσει πιο στέρεες βάσεις για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Στο υπό εξέταση κατάστιχο παρουσιάζεται η αναλυτική (mufassal) καταγραφή του σαντζακίου των Τρικά-λων, το οποίο αντιστοιχούσε σε μεγάλο τμήμα της κεντρικής Ελλάδας. Πρόκειται για το κατάστιχο Μ.Μ.10 που χρονολογείται το ΑΗ 859 (AD 1455-1456).
O Οθωμανός γραφέας (katib), πιθανότατα με τη συνοδεία ενός βοηθού που γνώριζε την κατά τόπους γλώσσα, επισκεπτόταν ένα προς ένα τους οικισμούς κάθε επαρχίας και κατέγραφε όλους τους κατοίκους με φοροδοτική υποχρέωση σύμφωνα με το σύστημα που αναφέρθηκε. Η ανθρωπωνυμική αξία αυτών των καταστίχων είναι σπουδαία. Στα κατάστιχα που συντάχθηκαν αμέσως μετά την οθωμανική κατάκτηση μιας βυζαντινής χώρας, τα άτομα καταγράφονται με το όνομα και το επίθετό τους, δηλαδή σύμφωνα με το βυζαντινό τρόπο. Αντίθετα, σε μεταγενέστερα κατάστιχα ο τύπος καταγραφής είναι: τάδε γιος του τάδε (π.χ. Yorgi veled-i Petros). Στο υπό εξέταση έγγραφο ο συντάκτης φαίνεται πως σημείωσε με ιδιαίτερη προσοχή τα ελληνικά ονόματα καθώς χρησιμοποιεί γράμματα της αραβικής για να αποδώσει φθόγγους της ελληνικής που λανθάνουν στη τουρκική. Τα ελληνικά ονόματα καταγράφηκαν όπως τα άκουσε ο γραφέας, ένα στοιχείο ιδιαίτερα χρήσιμο για τους γλωσσολόγους, στη προσπάθεια ανασύστασης της υστερομεσαιωνικής προφοράς. Σε πολλές περιπτώσεις τα ονόματα, αναγκαστικά, υπέστησαν τροποποιήσεις, ώστε να εναρμονιστούν με την τουρκική φωνητική. Το πλέον σύνηθες φαινόμενο είναι η πρόταξη ενός φωνήεντος πριν από ένα αρκτικό δισυμφωνικό σύμπλεγμα, το οποίο δεν επιτρέπει η αραβική και η τουρκική φωνητική: π.χ. Istefanos < Στέφανος, Uzguros < Σγούρος κ.α. Ενίοτε ένα φωνήεν, κατά προτίμηση όμοιο με τα γειτονικά του, διεμβάλλεται μεταξύ δύο συμφώνων χάριν ευφωνίας: π.χ. Biratos < Μπράτος, Porotopapas < Πρωτόπαπας, Hondoroyano < Χοντρόγιαννος κ.α.».
Η οθωμανική κατάκτηση, φαίνεται εκ των πηγών, ότι συνέβαλε στη διατήρηση του φεουδαλισμού. Το σύστημα των τιμαριωτών – σπαχήδων οδήγησε σταδιακά στη κατάργηση της αγροτικής ιδιοκτησίας, λόγω του ότι οι ελεύθεροι γεωργοί δεν μπορούσαν να πληρώνουν τους φόρους. Ως εκ τούτου, οι αξιωματούχοι αποκτούσαν τα κτήματα των αγροτών και ως μεγαλογαιοκτήμονες (ciftlik) των πεδινών εκτάσεων, εκτόπισαν τους υπόδουλους γεωργούς προς τις ορεινές περιοχές. Ένας, επίσης, σημαντικός παράγοντας αραίωσης του πληθυσμού της Θεσσαλίας ήταν οι επιδημίες. Είναι ατελείωτη η σειρά των ετών, από τα τέλη του 16ου αιώνα ως τις αρχές του 18ου αιώνα, για τα οποία οι πηγές επισημαίνουν την ύπαρξη επιδημιών, (1592, 1611, 1620-22, 1625, 1667-68, 1717-18 και του 1742). Στην επιδημία του 1667-68, που εμφανίζεται με ιδιαίτερη ένταση στη Θεσσαλία, αποδίδεται η μείωση του πληθυσμού της. Η ερήμωση ορισμένων περιοχών, λόγω «θανατικού», ανέτρεψε τις συνθήκες αγροτικής ιδιοκτησίας και δημιούργησε τα μεγάλα τσιφλίκια του 18ου αι. που τα καρπώθηκαν το τουρκικό δημόσιο ή όσοι κάτοικοι απόμειναν από τις θεομηνίες και τη φυγή.